«Έστ' ήμαρ ότε Φοίβος πάλιν ελεύσεται καί ές αεί έσεται».


Δευτέρα 24 Νοεμβρίου 2014

ΘΗΣΕΥΣ, ΙΣΟΝΟΜΙΑ ΚΑΙ ΙΣΟΠΟΛΙΤΕΙΑ ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΣ - ΦΑΙΔΡΑ ΚΑΙ ΙΠΠΟΛΥΤΟΣ



 Ο Θησέας χώρισε τους πολίτες σε τρείς τάξεις: α) τους ευπατρίδες, β) τους γεωργούς, γ) τους δημιουργούς.  Δηλαδή στην πρώτοι κατηγορία ανήκαν αυτοί που σπούδαζαν και ήσαν πεπαιδευμένοι για τα κοινά, οι ευγενείς που έπαιρναν και τις υψηλές θέσεις (σύμβουλοι, στρατηγοί, πρέσβεις, ιερείς, νομοθέτες, δάσκαλοι νόμων), στην δεύτερη εκείνοι που δεν λάμβαναν μόρφωση και γίνονταν γεωργοί  και η Τρίτη κατηγορία αφορούσε τους τεχνίτες. Όλοι ανεξαιρέτως όμως ήσαν  πολίτες απολάμβαναν ισονομία και ισοπολιτεία! Λέγεται μάλιστα, όπως και σχεδόν για όλους τους νομοθέτες ίσχυε, έτσι και ο Θησέας είχε την βοήθεια των Θεών  για την άσκηση της ορθής εξουσίας με χρησμό που είχε λάβει από την Πυθία. Συγκεκριμένα ο χρησμός έλεγε :

« Αιγείδη Θησεύ Πιτθηΐδος έκγονε κούρης
πολλαίς τοι πολλίεσσι πατήρ εμός εγκατέθηκε
τερματα και κλωστήρας εν υμετέρω πτολιέθρω
Αλλά συ μήτι λίην πεπονημένος ένδοθι θυμόν βουλεύειν.
Ασκός γαρ εν οίδματι ποντοπορεύση».

Έφτιαξε και νόμισμα με την μορφή του Ταύρου, προφανώς καταδεικνύοντας  το μεγάλο κατόρθωμα επί του Μινώταυρου ή  υπονοώντας την  επικυριαρχία επί της θαλασσοκράτορας   Κρήτης , το οποίο νόμισμα ονομάστηκε Δεκάβοιο και Εκατόμβοιο νόμισμα.

Όταν συμπεριέλαβε και τα Μέγαρα στην διοίκηση των Αθηνών έστησε στήλη στον Ισθμό στην οποία γράφηκε στο δυτικό μέρος αυτής « τα δ’ εστί Πελοπόννησος, ουκ Ιωνία» προς το ανατολικό μέρος « τα δ’ ουχί Πελοπόννησος, αλλ’ Ιωνία» . Στην συνέχεια ο Θησέας με τον Ηρακλή κστράτευσαν κατά τον Αμαζόνων. Εκεί ο Θησέας πήρε για γυναίκα του την Αντιόπη, την κόρη της Ιππολύτης, ή την Μελανίππη όπως μας πληροφορεί ο Απολλόδωρος  ή ακόμη κατά τον Σιμωνίδη την ίδια την Ιππολύτη. (Απολλοδώρου Βιβλιοθήκη, Επιτομή κεφ. 1, παραγρ. 16).

« …συστρατευσάμενος δὲ ἐπὶ Ἀμαζόνας Ἡρακλεῖ ἥρπασενἈντιόπην, ὡς δέ τινες Μελανίππην, Σιμωνίδης δὲ Ἱππολύτην...»

Μετά την Αντιόπη ο Θησέας θέλησε να πάρει για σύζυγό του την αδερφή της Αριάδνης, την Φαίδρα  κόρη του Μίνωα, την οποία ζήτησε από τον αδερφό της Δευκαλίωνα που ήταν πιά βασιλιάς της Κρήτης μετά τον θάνατο του Μίνωα. Φυσικά εκείνος του την έδωσε αφού τόσο οι καλές σχέσεις που είχαν αναπτύξει όσο και η συμμαχία αυτό επέβαλαν. Κατά την διάρκεια των γάμων τους στην Αθήνα η Αντιόπη που το είχε πάρει κατάκαρδα ξεσήκωσε όλες τις Αμαζόνες εναντίον του. Ήρθαν λοιπόν στο σπίτι του την ώρα που τελούνταν οι γάμοι του Θησέα και της Φαίδρας με απειλές εναντίον του. Ο Θησέας διέταξε να κλέισουν τις πόρτες και εγκλωβισμένη η Αντιόπη αλλά και όσες μάχονταν μαζί της βρήκαν τον θάνατο. Να πως το περιγράφει στην Επιτομή του ο Απολλόδωρος: 

«λαμβάνει μετὰ ταῦτα παρὰ Δευκαλίωνος Φαίδραν τὴν Μίνωος θυγατέρα,ἧς ἐπιτελουμένων τῶν γάμων Ἀμαζὼν ἡ προγαμηθεῖσα Θησεῖ τοὺς συγκατακειμένους σὺν ταῖς μεθ' ἑαυτῆς Ἀμαζόσιν ἐπιστᾶσα σὺν ὅπλοις κτείνειν ἔμελλεν. οἱ δὲ κλείσαντες διὰ τάχους τὰς θύρας ἀπέκτειναν αὐτὴν. τινὲς δὲ μαχομένην αὐτὴν ὑπὸ Θησέως λέγουσινἀποθανεῖν.»( Απολλοδώρου Βιβλιοθήκη  Επιτομή  κεφ, 1 παραγρ. 17)

Για την εκστρατεία των Αμαζόνων κατά του Θησέως διαβάζουμε σχετικά και στον Παυσανία (Αχαϊκά, κεφ.2,παραγρ.7) : «…οὐ μὴν πάντα γε τὰ ἐς τὴν θεὸν ἐπύθετο ἐμοὶ δοκεῖν Πίνδαρος, ὃς Ἀμαζόνας τὸ ἱερὸν ἔφη τοῦτο ἱδρύσασθαι στρατευομένας ἐπὶ Ἀθήνας τε καὶ Θησέα…»

Μετά τον γάμο του με την Φαίδρα  ο Θησέας σκέφθηκε πως αν αποκτούσε παιδιά δεν θα ήταν σωστό  να κυβερνούν τον Ιππόλυτο που ήταν ο πρωτότοκος γιός του από την Αντιόπη (επειδή η Φαίδρα απαίτησε από τον Θησέα τα παιδιά που θα κάνουν να είναι κληρονόμοι της  εξουσίας των Αθηνών) , έτσι έστειλε τον Ιππόλυτο στην Τροιζήνα στον παππού του Πιτθέα ο οποίος μεγάλωσε τον εγγονό του δίνοντάς του την ανάλογη με την καταγωγή του ανατροφή και μόρφωση που θα τον καθιστούσε ικανό κληρονόμο του βασιλείου της Τροιζήνας. Επίσης εκεί ο Ιππόλυτος επιδόθηκε με λατρεία στην ιππική και την αρματοδρομία ώστε έγινε ικανότατος  ιππεύς και αρματοδρόμος.

«…Θησεὺς ὡς ἔμελλεν ἄξεσθαι Φαίδραν, οὐκ ἐθέλων εἴ οἱ γένοιντο παῖδες οὔτε ἄρχεσθαι τὸν Ἱππόλυτον οὔτε βασιλεύειν ἀντ᾽ αὐτῶν, πέμπει παρὰ Πιτθέα τραφησόμενον αὐτὸν καὶ βασιλεύσοντα Τροιζῆνος χρόνῳ δὲ ὕστερον Πάλλας καὶ οἱ παῖδες ἐπανέστησαν Θησεῖ· τούτους κτείνας ἐς Τροιζῆνα ἔρχεται καθαρσίων ἕνεκα, καὶ Φαίδρα πρώτη ἐνταῦθα εἶδεν Ἱππόλυτον καὶ τὰ ἐς τὸν θάνατον ἐρασθεῖσα ἐβούλευσε …»( Παυσανία Αττικά κεφ. 22, παραγρ. 2)

 Λίγο καιρό μετά, όπως λέει και ο Παυσανίας στα Αττικά, επαναστάτησαν οι Παλλαντίδες (οι γιοί του Πάλλαντα) τους οποίους ο Θησέας σκότωσε.Tον καθαρμό του από  την πράξη αυτή,  ήρθε να τον κάνει στην Τροιζήνα στον πεθερό του Πιτθέα, όπου έφτασε μαζί με την γυναίκα του Φαίδρα. Εδώ λοιπόν πραγματοποιείται και  η πρώτη συνάντηση αυτής με τον Ιππόλυτο τον οποίο και ερωτεύεται.

«… μυρσίνη δέ ἐστι Τροιζηνίοις τὰ φύλλα διὰ πάσης ἔχουσα τετρυπημένα· φῦναι δὲ οὐκ ἐξ ἀρχῆς αὐτὴν λέγουσιν, ἀλλὰ τὸ ἔργον γεγενῆσθαι τῆς ἐς τὸν ἔρωτα ἄσης καὶ τῆς περόνης ἣν ἐπὶ ταῖς θριξὶν εἶχεν ἡ Φαίδρα…»( Παυσανίας Ἁττικά, κεφ. 22, παραγρ. 2)

Δηλαδή μας λέει ο Παυσανίας πως στην Τροιζήνα υπάρχει ένα δέντρο, μια μυρτιά, για την οποία οι κάτοικοι έλεγαν πως τα τρυπημένα φύλλα της αποδείκνυαν τον έρωτα της Φαίδρας για τον Ιππόλυτο. Και να πως έγινε αυτό. Η Φαίδρα παρακολουθώντας τον Ιππόλυτο κατά την διάρκεια των γυμνασμάτων του, για να καταπραΰνει τον πόθο της για εκείνον τρυπούσε με μια βελόνα που συγκρατούσε τα μαλλιά της, τα φύλλα της μυρτιάς. Έτσι λοιπόν ενώ ο πόθος της φούντωνε, εκείνος αδιαφορούσε παντελώς γι’αυτήν. Η απόρριψη του Ιππόλυτου όμως γέμισε με φόβο την Φαίδρα η οποία τρόμαζε στην ιδέα να λάβει γνώση επ’αυτού ο Θησέας. Για τον λόγο αυτό καταστρώνει ένα σχέδιο.

«…ἡ δὲ Φαίδρα, δείσασα μὴ τῷ πατρὶ διαβάλῃ, κατασχίσασα τὰς τοῦ θαλάμου θύρας καὶ τὰς ἐσθῆτας σπαράξασα κατεψεύσατο Ἱππολύτου βίαν.» (Απολλοδώρου Βιβλιοθήκη, επιτομή, Α’ παραγρ. 18)

Σπάζει τις πόρτες της κρεββατοκάμαρής της, σχίζει τα ρούχα της και με φωνές κατευθύνεται προς τον Θησέα όπου του περιγράφει την ερωτική επίθεση του Ιππολύτου. Ο Θησέας πιστεύοντάς στα λόγια της επικαλείται τον Θεό Ποσειδώνα να τον τιμωρήσει για την αναίσχυντη αυτή πράξη του. Και ενώ ο Ιππόλυτος βρισκόταν με το άρμα του δίπλα στην παραλία, ένα θαλάσσιο τέρας αναδύθηκε από την θάλασσα με συνέπεια να τρομάξουν τα άλογα και αφηνιασμένα να τρέχουν με αποτέλεσμα την ανατροπή του άρματος. Τα δε χαλινάρια μπλέχθηκαν στο σώμα του Ιππολύτου και τον έσυραν οδηγόντας τον στον θάνατο.

 «…Θησεὺς δὲ πιστεύσας ηὔξατο Ποσειδῶνι Ἱππόλυτον διαφθαρῆναι· ὁ δέ, θέοντος αὐτοῦ ἐπὶ τοῦ ἅρματος καὶ παρὰ τῇ θαλάσσῃ ὀχουμένου, ταῦρον ἀνῆκεν ἐκ τοῦ κλύδωνος. πτοηθέντων δὲ τῶν ἵππων κατηρράχθη τὸ ἅρμα. ἐμπλακεὶς δὲ <ταῖς ἡνίαις> Ἱππόλυτος συρόμενος ἀπέθανε. γενομένου δὲ τοῦ ἔρωτος περιφανοῦς ἑαυτὴν ἀνήρτησε Φαίδρα…» (Απολλοδώρου Βιβλιοθήκη, επιτομή, Α’ παραγρ. 19)

Όμως στα Κορινθιακά του Παυσανία (κεφ. 27, παραγρ. 4) διαβάζουμε :«…ὡς τεθνεῶτα Ἱππόλυτον ἐκ τῶν Θησέως ἀρῶν ἀνέστησεν Ἀσκληπιός: ὁ δὲ ὡς αὖθις ἐβίω, οὐκ ἠξίου νέμειν τῷ πατρὶ συγγνώμην, ἀλλὰ ὑπεριδὼν τὰς δεήσεις ἐς Ἰταλίαν ἔρχεται παρὰ τοὺς Ἀρικιεῖς, καὶ ἐβασίλευσέ τε αὐτόθι…»  Δηλαδή πεθαίνοντας από τις κατάρες του Θησέα ο Ιππόλυτος, τον ανέστησε ο Ασκπληπιός. Για την μεγάλη αυτή πράξη του Θεού ο Ιππόλυτος αφιέρωσε είκοσι άλογα στο ιερό του Ασκληπιού στην Επίδαυρο. Και στην συνέχεια  μη σκεπτόμενος πλέον καθόλου να διεκδικήσει την πατρική κληρονομιά (μετά από αυτή την στάση του πατρός του) έφυγε στην Ιταλία στους Αρικκείς όπου και βασίλεψε. Παντρεύτηκε την Αρίκκη την κόρη του Πάλλαντα ( ενός εκ των 50 γιών του Λυκάωνος και ιδρυτή της Ρώμης) και αφιέρωσε τέμενος στην Αρτέμιδα, το Αρικίνης Αρτέμιδος Ιερό.  Επίσης καθιέρωσε και αγώνες μονομαχίας.

Στο κεφ. 32 και την παράγραφο 10, ο περιηγητής Παυσανίας, στα Κορινθιακά, σημειώνει:
«…ἐπὶ θάλασσαν δὲ τὴν Ψιφαίαν πορευομένοις κότινος πέφυκεν ὀνομαζόμενος ῥᾶχος στρεπτός. ῥάχους μὲν δὴ καλοῦσι Τροιζήνιοι πᾶν ὅσον ἄκαρπον ἐλαίας, κότινον καὶ φυλλίαν καὶ ἔλαιον: στρεπτὸν δὲ ἐπονομάζουσι τοῦτον, ὅτι ἐνσχεθεισῶν αὐτῷ τῶν ἡνιῶν ἀνετράπη τοῦ Ἱππολύτου τὸ ἅρμα…»

Λέει δηλαδή ο Παυσανίας πως πηγαίνοντας κανείς προς την Ψιφαία, παραλιακά, υπάρχει ελιά που λέγεται ράχος στρεπτός. Επειδή ράχος οι Τροιζήνιοι ονόμαζαν κάθε ελιά που δεν έδινε καρπό  και κατά συνέπεια ούτε λάδι μπορούσαν να παράξουν από αυτήν. Στρεπτό δε, εκ του γεγονότος ότι εδώ είχαν πιαστεί τα χαλινάρια του άρματος του Ιππολύτου.

Η Φαίδρα, μετά τον θάνατο του Ιππολύτου, όταν πια έγινε γνωστή η σκευωρία της που προήλθε από τον έρωτά της προς τον γιό του Θησέα, κρεμάστηκε.
«…γενομένου δὲ τοῦ ἔρωτος περιφανοῦς ἑαυτὴν ἀνήρτησε Φαίδρα…» (Απολλοδώρου Βιβλιοθήκη, Επιτομή, κεφ.1,παραγρ.19)

«… ἔστι δὲ καὶ τάφος Φαίδρας, ἀπέχει δὲ οὐ πολὺ τοῦ Ἱππολύτου μνήματος: τὸ δὲ οὐ πόῤῥω κέχωσται τῆς μυρσίνης. τοῦ δὲ Ἀσκληπιοῦ τὸ ἄγαλμα ἐποίησε μὲν Τιμόθεος, Τροιζήνιοι δὲ οὐκ Ἀσκληπιὸν ἀλλὰ εἰκόνα Ἱππολύτου φασὶν εἶναι. καὶ οἰκίαν ἰδὼν οἶδα Ἱππολύτου: πρὸ δὲ αὐτῆς ἐστιν Ἡράκλειος καλουμένη κρήνη, τὸ ὕδωρ ὡς οἱ Τροιζήνιοι λέγουσιν ἀνευρόντος Ἡρακλέους..». ( Παυσανίου Κορινθιακά,κεφ.32,παραγρ.4)

Πέμπτη 6 Νοεμβρίου 2014

Ο ΘΗΣΕΥΣ ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΤΩΝ ΑΘΗΝΩΝ

 
Ξεκινώντας για την επάνοδο στην Αθήνα, ο Θησέας που στο μεταξύ η λύπη του για την Αριάδνη είναι μεγάλη, είναι τόσο βαρύθυμος ώστε φθάνοντας ανοικτά του Σαρωνικού λησμόνησε  να κατεβάσει τα μαύρα ιστία και να ανεβάσει τα λευκά, όπως είχε παραγγείλει ο πατέρας του Αιγεύς, ο οποίος αντικρίζοντας την είσοδο του πλοίου με τα μαύρα πανιά, δεν αντέχει στην είδηση του αναμενόμενου θλιβερού αγγέλματος, νομίζοντας τον γιό του νεκρό, και  πέφτοντας από τον βράχο δίνει τραγικό τέλος στην ζωή του!

«…λυπούμενος δὲ Θησεὺς ἐπ' Ἀριάδνῃ καταπλέων ἐπελάθετο πετάσαι τὴν ναῦν λευκοῖς ἱστίοις. Αἰγεὺς δὲ ἀπὸ τῆς ἀκροπόλεως τὴν ναῦν ἰδὼν ἔχουσαν μέλαν ἱστίον, Θησέα νομίσας ἀπολλέναι ῥίψας ἑαυτὸν μετήλλαξε…» (Απολλοδώρου Βιβλιοθήκη, Επιτομή 1, παραγρ. 10).

Ο Πλούταρχος πάλι μας λέει ότι το λάθος ήταν του κυβερνήτη ο οποίος συνεπαρμένος από την μεγάλη χαρά της νίκης, ξέχασε να σηκώσει τα λευκά πανιά:

22.1 « …τῇ δὲ Ἀττικῇ προσφερομένων ἐκλαθέσθαι μὲν αὐτόν, ἐκλαθέσθαι δὲ τὸν κυβερνήτην ὑπὸ χαρᾶς ἐπάρασθαι τὸ ἱστίον ᾧ τὴν σωτηρίαν αὐτῶν ἔδει γνώριμον τῷ Αἰγεῖ γενέσθαι· τὸν δὲ ἀπογνόντα ῥῖψαι κατὰ τῆς πέτρας ἑαυτὸν καὶ διαφθαρῆναι.» (Πλουτάρχου Βίοι Παράλληλοι, Περί Θησέως)

Κατεβαίνοντας στο Φάληρο ο Θησέας στέλνει τον Κήρυκα να αναγγείλει την επιτυχή έκβαση της αποστολής, αλλά αυτός βρίσκει άλλους να πενθούν για τον θάνατο του Αιγέα άλλους να χαίρονται για την νίκη του Θησέα που τους απελευθέρωσε από τον βαρύ φόρο αίματος προς τους Κρήτες! Στην συνέχεια γυρνά στο Φάληρο όπου ο Θησέας θυσίαζε για την επάνοδο στην Πατρίδα. Μετά την θυσία,του ανήγγειλε τον τραγικό θάνατο του πατέρα του. Και τότε εκείνος τους επέτρεψε να στεφανόσουν μόνον το Κηρύκειο και όχι τον Κήρυκα, λόγω του πένθους. Και στις σπονδές οι παρευρισκόμενοι εκφωνούσαν "Ελελεύ, Ιού, Ιού" . Το "Ελελεύ" ήταν επιφώνημα σπονδής και πολεμικού παιάνα και το "Ιού, Ιού" ταραχής και εκπλήξεως. Από τότε λέγεται ότι καθιερώθηκε αυτό κατά την εορτή των Ωσχοφρίων. Τα Ωσχοφόρια ήταν μια εορτή με πομπή νέων Αθηναίων με κλαδιά αμπέλου στα χέρια που κατευθύνονταν από τον Ναό του Βάκχου σ' αυτόν της Σκιράδος Αθηνάς.

 Έτσι όλοι μαζί παίρνουν τον δρόμο προς την πόλη θρηνώντας. Εκεί ο Θησέας θάβει τον αγαπημένο του πατέρα και γιορτάζει τα Πυανέψια. Στην συνέχεια αφιερώνει την Ειρεσιώνη στον Απόλλωνα.

Η Ειρεσιώνη (από το είρος, έριον= μαλλί προβάτου) ήταν κλαδί ελιάς ή δάφνης στολισμένο με τους φθινοπωρινούς καρπούς και με κόκκινο και λευκό μαλλί και τους πρώτους φθινοπωρινούς καρπούς (σύκα, καρύδια, αμύγδαλα, κάστανα, δημητριακά).  Αποτελούσε σύμβολο ευφορίας και αφιερωνόταν στην Αθηνά ή τον Απόλλωνα αλλά και στην Ώρα. Εορταζόταν κατά την έβδομη ημέρα του μηνός Πυανεψίωνος ( 15 Οκτωβρίου- 15 Νοεμβρίου) . Το κρατούσαν παιδιά που και οι δυό γονείς τους ήταν ζωντανοί και γυρνούσαν από σπίτι σε σπίτι και τραγουδούσαν λαμβάνοντας κάποιο φιλοδώρημα από τους νοικοκύρηδες. Τέλος  το κρεμούσαν πάνω από τις πόρτες των σπιτιών τους ή των ναών για να ευχαριστήσουν τους Θεούς για την γονιμότητα της Γής. Έμενε δε εκεί έως την επόμενη χρονιά που θα κρεμούσαν το νέο κλαδί ενώ το παλιό το έκαιγαν.

Μάλιστα από τον Πλούταρχο έχουμε και το αντίστοιχο τραγουδάκι :

«Ειρεσιώνη σύκα φέρει και πίονας άρτους

και μέλι εν κοτύλη και έλαιον αναψήσασθαι

και κύλικ’ εύζωρον, ως αν μεθύουσα καθεύδη»

δηλαδή: «Η Ειρεσιώνη σου φέρνει σύκα και αφράτα ψωμί

και μέλι μέσα στο ποτήρι και λάδι για να ψήσεις

και μπουκάλι γεμάτο για να μεθύσεις και να κοιμηθείς γλυκά»

(Πλουτάρχου Βίοι Παράλληλοι, Περί Θησέως)


Ο Θησέας λοιπόν γίνεται ο δέκατος Βασιλιάς των Αθηνών
, η βασιλεία του οποίου αποτέλεσε την απαρχή προς τον δρόμο της Δημοκρατίας!  Επειδή οι δώδεκα πόλεις της Αττικής είχαν η καθεμιά δική της διοίκηση και Πρυτανείο και όπου πολλές φορές οι διαμάχες δι’ ασήμαντο αφορμή δημιουργούσαν σοβαρά προβλήματα έως και τοπικούς πολέμους, ο Θησέας άρχισε να περιέρχεται τις πόλεις και τους καλούσε σε ομόνοια και συμπόρευση υπό το καθεστώς μιάς πιο δίκαιης άσκησης εξουσίας, όχι από βασιλιά αλλά μάλλον από έναν θεματοφύλακα των νέων νόμων ισονομίας που θα έμπαιναν σε ισχύ. Εξ’ ού και το περίφημο
« Δευρ’ ίτε πάντες λεώς έπί ίσομερίαν».

« ἔτι δὲµᾶλλον αὐξῆσαι τὴν πόλιν βουλόµενος ἐκάλει πάντας ἐπὶ τοῖς ἴσοις, καὶ τὸ"δεῦρ᾽ ἴτε πάντες λεῴ" κήρυγµα Θησέως γενέσθαι φασὶ»( Πλουτάρχου Βίοι Παράλληλοι, Θησεύς. Κεφ. 25, παραγρ. 1)

Η προτροπή αυτή του Θησέα βεβαίως για τους μη έχοντες και κατέχοντες φαινόταν όντως θετικότατη, αλλά για εκείνους που ανήκαν στην κατηγορία των πλουσίως εχόντων η δυσανασχέτηση και καχυποψία ήταν εμφανής! Κι’ εκείνους όμως ο Θησέας επέτυχε με τον λόγο του να τους κάνει να υποδεχθούν την νέα αυτή κοινωνικοπολιτική κατάσταση υποσχόμενος πως δεν θα υπάρξει πλέον βασιλεία και πως και ο ίδιος αν και νόμιμος βασιλιάς θα αρκεστεί στον ρόλο του θεματοφύλακα των νόμων και στρατευμένο υπηρέτη της Δημοκρατίας. Με τον τρόπο αυτό άνοιξε ο δρόμος της σύμπραξης και συνένωσης των δώδεκα πόλεων της Αττικής σε μία, όπου μάλιστα εδημιουργήθη και ένα μόνον Πρυτανείο για όλες και πολίτευμα που βασιζόταν στην λαϊκή εξουσία, δηλαδή Δημοκρατικό. 

Στον Όμηρο βλέπουμε να ονομάζεται Δήμος μόνον οι Αθηναίοι, πράγμα που αποδεικνύει πως τα θεμέλια της Δημοκρατίας είναι αναμφίβολα βαλμένα από τον Θησέα και την εποχή του, πολύ πρό του Κλεισθένους! Αι Αθήναι ήσαν πια ένα ιστορικό γεγονός που από εδώ και στο εξής θα έπαιζε τον πλέον σημαντικό ρόλο στα πράγματα της Ελλαδικής για πολλούς αιώνες ακόμη! Καθιέρωσε μάλιστα ως κοινή την εορτή των Παναθηναίων και γιόρτασε τα Μετοίκια.

«ἐπιὼν οὖν ἀνέπειθε κατὰ δήμους καὶ γένη, τῶν μὲν ἰδιωτῶν καὶ πενήτων ἐνδεχομένων ταχὺ τὴν παράκλησιν αὐτοῦ, τοῖς δὲ δυνατοῖς ἀβασίλευτον πολιτείαν προτείνων καὶ δημοκρατίαν αὐτῷ μόνον ἄρχοντι πολέμου καὶ νόμων φύλακι χρησομένην, τῶν δὲ ἄλλων παρέξουσαν ἅπασιν ἰσομοιρίαν.τοὺς μὲν ταῦτα ἔπειθεν, οἱ δὲ τὴν δύναμιν αὐτοῦ δεδιότες μεγάλην οὖσαν ἤδη καὶ τὴν τόλμαν, ἐβούλοντο πειθόμενοι μᾶλλον ἢ βιαζόμενοι ταῦτα συγχωρεῖν. καταλύσας οὖν τὰ παρ᾽ ἑκάστοις πρυτανεῖα καὶ βουλευτήρια καὶ ἀρχάς, ἓν δὲ ποιήσας ἅπασι κοινὸν ἐνταῦθα πρυτανεῖον καὶ βουλευτήριον ὅπου νῦν ἵδρυται τὸ ἄστυ, τήν τε πόλιν Ἀθήνας προσηγόρευσε καὶ Παναθήναια θυσίαν ἐποίησε κοινήν. ἔθυσε δὲ καὶ Μετοίκια τῇ ἕκτῃ ἐπὶ δέκα τοῦ Ἑκατομβαιῶνος, ἣν ἔτι νῦν θύουσι. καὶ τὴν βασιλείαν ἀφείς, ὥσπερ ὡμολόγησε, διεκόσμει τὴν πολιτείαν ἀπὸ θεῶν ἀρχόμενος· ἧκε γὰρ αὐτῷ χρησμὸς ἐκ Δελφῶν μαντευομένῳ περὶ τῆς πόλεως»

Πλουτάρχου «Βίοι Παράλληλοι» Θησεύς, κεφ.22 παραγρ. 2,3,4

Κυριακή 10 Αυγούστου 2014

ΘΗΣΕΥΣ ΚΑΙ ΑΡΙΑΔΝΗ






Αλλά ας επανέλθουμε στο σημείο όπου ο Θησεύς νικώντας τον Μινώταυρο παίρνει μαζί του εκτός από τους νέους και νέες των Αθηνών που έσωσε και την Αριάδνη της οποίας η συμβολή στην νίκη του αυτή ήταν καίρια και σίγουρα δεν θα έμενε ατιμώρητη από τον βασιλιά και πατέρα της Μίνωα, την οποία και αφήνει στην Νάξο. Εκεί, όπως αναφέρεται από τους αρχαίους συγγραφείς της Ελληνικής Προϊστορίας, η Αριάδνη έπεσε θύμα αρπαγής του Διονύσου:


« …κα δι νυκτς μετ ριάδνης κα τν παίδων ες Νάξον φικνεται. νθα Διόνυσος ρασθες ριάδνης ρπασε, κα κομίσας ες Λμνον μίγη.κα γενν Θόαντα Στάφυλον Ονοπίωνα κα Πεπάρηθον.» ( Απολλοδώρου Βιβλιοθήκη Επιτομή , κεφ.1 παραγρ. 9)


Και ο Πλούταρχος στο έργο του « Βίοι Παράλληλοι» στο κεφάλαιο περί Θησέως και συγκεκριμένα στο 20, 1 – 5 εξιστορεί όλες τις εκδοχές κατά τις οποίες γίνεται λόγος τόσο για την Νάξο όσο και για την Κύπρο αλλά και επίσης την περίπτωση εκείνη να πρόκειται και για δυό διαφορετικές γυναίκες με το ίδιο όνομα. Συγκεκριμένα λέει:


20.1 «…πολλο δ λόγοι κα περ τούτων τι λέγονται κα περ τς ριάδνης, οδν μολογούμενον χοντες. ο μν γρ πάγξασθαί φασιν ατν πολειφθεσαν π το Θησέως, ο δ ες Νάξον π ναυτν κομισθεσαν Ονάρ τ ερε το Διονύσου συνοικεν…»

λένε λοιπόν πως όταν ο Θησέας την εγκατέλειψε εκείνη κρεμάσθηκε ή ακόμη πως την άφησε στην Νάξο όπου εκεί παντρεύτηκε τον ιερέα του Διονύσου Οίναρο




20.2 «…νιοι δ κα τεκεν κ Θησέως ριάδνην Ονοπίωνα κα Στάφυλον· ν κα Χος ων στ περ τς αυτο πατρίδος λέγων· τήν ποτε Θησείδης κτισεν Ονοπίων. δ στν εφημότατα τν μυθολογουμένων, πάντες ς πος επεν δι στόματος χουσιν. διον δέ τινα περ τούτων λόγον κδέδωκε Παίων μαθούσιος.


Μερικοί λένε πως και παιδιά έκανε με τον Θησέα η Αριάδνη τους Οινωπίωνα και Στάφυλο. Μάλιστα ένας από τους απογόνους του  λέγεται πως είναι και ο Ίων ο Χίος ο περίφημος ποιητής την πατρίδα του οποίου είχε κτίσει ο γιός του Θησέα Οινωπίων.
20.3 «…τν γρ Θησέα φησν π χειμνος ες Κύπρον ξενεχθέντα κα τν ριάδνην γκυον χοντα, φαύλως δ διακειμένην π το σάλου κα δυσφοροσαν, κβιβάσαι μόνην, ατν δ τ πλοί βοηθοντα πάλιν ες τ πέλαγος π τς γς φέρεσθαι. τς ον γχωρίους γυνακας τν ριάδνην ναλαβεν κα περιέπειν θυμοσαν π τ μονώσει, κα γράμματα πλαστ προσφέρειν, ς το Θησέως γράφοντος ατ, κα περ τν δνα συμπονεν κα βοηθεν· ποθανοσαν δ θάψαι μ τεκοσαν.»

" δηλαδή εξ'αιτίας μεγάλης θαλασσοταραχής που συνάντησε το πλοίο του Θησέα κοντά στην Κύπρο, άφησε στο νησί την Αριάδνη ο Θησέας επειδή η εγκυμοσύνη της την ταλαιπορούσε πολύ. Εκεί οι ντόπιες γυναίκες με ψεύτικα γράμματα την έκαναν να πιστέψει πως την εγκατέλειψε ο Θησεύς και πως εκείνες θα την βοηθούσαν στον τοκετό. Η Αριάδνη από την λύπη της πέθανε χωρίς να προλάβει να γεννήσει..."


20.4 « πελθόντα δ τν Θησέα κα περίλυπον γενόμενον τος μν γχωρίοις πολιπεν χρήματα, συντάξαντα θύειν τ ριάδν, δύο δ μικρος νδριαντίσκους δρύσασθαι, τν μν ργυρον, τν δ χαλκον. ν δ τ θυσί το Γορπιαίου μηνς σταμένου δευτέρ κατακλινόμενόν τινα τν νεανίσκων φθέγγεσθαι κα ποιεν περ δίνουσαι γυνακες· καλεν δ τ λσος μαθουσίους, ν τν τάφον δεικνύουσιν, ριάδνης φροδίτης.

 Όταν επέστρεψε ο Θησέας και έμαθε το τραγικό συμβάν έδωσε χρήματα στους ντόπιους για να φτιάξουν δυο ανδριάντες και να θυσιάζουν προς τιμή της Αριάδνης. Ο ένας εκ των ανδριάντων ήταν αργυρός και ο άλλος χάλκινος και το άλσος όπου τιμούσαν την κρητικοπούλα και όπου λέγεται πως βρισκόταν ο τάφος της το έλεγαν Αριάδνης Αφροδίτης. 


20.5 «…κα Ναξίων δέ τινες δίως στοροσι δύο Μίνωας γενέσθαι κα δύο ριάδνας, ν τν μν Διονύσ γαμηθναί φασιν ν Νάξ κα τος περ Στάφυλον τεκεν, τν δ νεωτέραν ρπασθεσαν π το Θησέως κα πολειφθεσαν ες Νάξον λθεν, κα τροφν μετ ατς νομα Κορκύνην, ς δείκνυσθαι τάφον. ποθανεν δ κα τν ριάδνην ατόθι κα τιμς χειν οχ μοίας τ προτέρ. τ μν γρ δομένους κα παίζοντας ορτάζειν, τς δ ταύτ δρωμένας θυσίας εναι πένθει τιν κα στυγνότητι μεμιγμένας.»

Και στην Νάξο λένε πως υπήρχαν δυο Μίνωες και δυο Αριάδνες εκ των οποίων η μία παντρεύεται τον Διόνυσο και γεννά τον Στάφυλο την άλλη την έκλεψε ο Θησέας  και όταν την εγκατέλειψε ήρθε στην Νάξο με την τροφό της την Κορκύνη. Και αυτή την Αριάδνη όταν πέθανε τιμούσαν οι Νάξιοι όχι όμως με τόσες τιμές όπως την άλλη του Διονύσου. Γιατι της μεν πρώτης οι εορτές ήταν χαρούμενες της δε άλλης χαρακτηρίζονταν από πένθος και λύπη.


Στην συνέχεια ο Θησέας έρχεται στην Δήλο όπου και θυσιάζει στον Θεό Απόλλων, στον οποίο και αφιέρωσε τον μίτο. Μάλιστα γίνεται λόγος και για έναν χορό που χόρεψε προς τιμή του Θεού ο ήρωας, κατά τον οποίο μιμούμενος τις πολύπλοκες κυκλικές στοές του Λαβυρίνθου, στροβιλιζόταν με ελικοειδείς κινήσεις. Τον νέο αυτό χορό τον οποίο χόρεψε κοντά στον βωμό Κερατώνα (λεγόταν έτσι επειδή ήταν κατασκευασμένος από κέρατα, και φυσικά νοούμε τον συσχετισμό με τον Μινώταυρο), ονομάσανε οι κάτοικοι της Δήλου, Γέρανο:

21.1 «…ες Δλον κατέσχε· κα τ θε θύσας κα ναθες τ φροδίσιον παρ τς ριάδνης λαβεν, χόρευσε μετ τν ϊθέων χορείαν ν τι νν πιτελεν Δηλίους λέγουσι, μίμημα τν ν τ Λαβυρίνθ περιόδων κα διεξόδων, ν τινι υθμ παραλλάξεις κα νελίξεις χοντι γιγνομένην.


21.2 «…καλεται δ τ γένος τοτο τς χορείας π Δηλίων γέρανος, ς στορε Δικαίαρχος. χόρευσε δ περ τν Κερατνα βωμόν, κ κεράτων συνηρμοσμένον εωνύμων πάντων. ποισαι δ κα γνά φασιν ατν ν Δήλ, κα τος νικσι τότε πρτον π κείνου φοίνικα δοθναι».(Πλουτάρχου Βίοι Παράλληλοι, Περί Θησέως)


Έτσι λοιπόν όπως εξιστορεί και ο Πλούταρχος, μετά τον χορό ο ήρωας έκανε αγώνες γυμνικούς, οι οποίοι μάλιστα καθιερώθηκαν στον νησί της Δήλου, όπου οι νικητές των αγώνων λάμβαναν κλάδο Φοίνικα ως έπαθλο. Για τον Φοίνικα μαθαίνουμε από τον Φίλωνα ο οποίος περιγράφοντας κατασκευές κτισμάτων στην Βαβυλώνα παρατηρούσε ότι οι δοκοί αυτών ήταν κατασκευασμένοι από Φοίνικα επειδή όπως χαρακτηριστικά λέει, « …το ξύλον τούτων μήτε σήπτεται, μήτε βαρυνόμενον προς τα κάτω κάμπτεται, ως τα άλλα, αλλά τουναντίον προς τα άνω ανίσταται η κάμψις και δια ταύτα άρα ήτον σύμβολον νίκης…»