Ο Πέλοψ λοιπόν αφού έκανε
γυναίκα του την Ιπποδάμεια, γέννησε απ'
αυτήν τους δύο περισσότερο γνωστούς, πρωταγωνιστές της προϊστορίας, Ατρέα και Θυέστη. Ακόμη από την Νύμφη Αξιόχη, η οποία όπως μας
λέει ο Σταγειρίτης μάλλον ήταν και η πρώτη του γυναίκα, γέννησε τον Χρύσιππο,
τον οποίο και υπεραγαπούσε. Επίσης ως παιδιά του αναφέρονται και ο Κοπρέας,
Πιτθέας,η Πλεισθένη η Τροιζήνα, Αλκάθους ο Ιππάλκιμος, η Λυσιδίκη, Νικίππη και
η Αμφίβια. Κάποια από αυτά τα παιδιά λέγεται πως τα είχε κάνει με μια άλλη
Νύμφη, την Δαναϊδα, όπως επίσης ως παιδιά του αναφέρονται κάποιος
Πέλοπας και Κλέωνας.
Στα Ηλειακά του Παυσανία ( 8,2) διαβάζουμε πως, τα παιδιά αυτά
σκορπίστηκαν σε ολόκληρη την Πελοπόννησο «…Πέλοπος δὲ τῶν παίδων σκεδασθέντων ἐξ Ἤλιδος ἀνὰ πᾶσαν τὴν ἄλλην Πελοπόννησον…» και απ’ αυτά
προήλθαν άλλοι λαοί και βασίλεια, λ.χ. η Τροιζήνα μας παραπέμπει στην περιοχή
της Αργολίδος την Τροιζηνία στην οποία ανήκει και η Ερμιόνη και ήταν γνωστό
βασίλειο της περιοχής. Ο Πίνδαρος τους απογόνους αυτούς, του Πέλοπα, τους
ονομάζει Λαγέτες εξ’ αιτίας αυτής της διασκορπίσεως η οποία έγινε αιτία να
δημιουργηθούν διάφοροι λαοί και ως ηγέτες αυτών, τα παιδιά του Πέλοπα έλαβαν
τον χαρακτηρισμό αυτό ( λαός + ηγέτης). Είναι αυτοί που όπως είχαμε γράψει παραπάνω, είχαν ως λάβαρό τους το σημάδι του λευκού ώμου,
ανάμνηση της σωτηρίας του πατέρα τους Πέλοπος.
Η μεγάλη αγάπη που έτρεφε όμως ο Πέλοψ προς τον Χρύσιππο είναι λογικό να έχει προξενήσει τον φθόνο στα άλλα δύο παιδιά του, τους γιούς της Ιπποδάμειας, που είχαν μείνει κοντά στον πατέρα τους ( άρα όντως η Ιπποδάμεια πρέπει να ήταν η τελευταία του γυναίκα ), ένα μίσος το οποίο ως φαίνεται καλλιεργούσε με τον τρόπο της και η μητέρα τους, που έβλεπε πως απ' αυτήν την αδυναμία κινδύνευε να πάει το βασίλειο του πατέρα της Οινομάου, κληρονομιά στον Χρύσιππο και όχι στους νόμιμους απογόνους- κληρονόμους , Ατρέα και Θυέστη. «…τὴν δὲ Ἱπποδάμειάν φασιν ἐς Μιδέαν τὴν ἐν τῇ Ἀργολίδι ἀποχωρῆσαι, ἅτε τοῦ Πέλοπος ἐπὶ τῷ Χρυσίππου θανάτῳ μάλιστα ἐς ἐκείνην ἔχοντος τὴν ὀργήν…»(Παυσανίου Ηλειακά, Β΄μέρος, κεφ.20,παραγρ.7)
Η μεγάλη αγάπη που έτρεφε όμως ο Πέλοψ προς τον Χρύσιππο είναι λογικό να έχει προξενήσει τον φθόνο στα άλλα δύο παιδιά του, τους γιούς της Ιπποδάμειας, που είχαν μείνει κοντά στον πατέρα τους ( άρα όντως η Ιπποδάμεια πρέπει να ήταν η τελευταία του γυναίκα ), ένα μίσος το οποίο ως φαίνεται καλλιεργούσε με τον τρόπο της και η μητέρα τους, που έβλεπε πως απ' αυτήν την αδυναμία κινδύνευε να πάει το βασίλειο του πατέρα της Οινομάου, κληρονομιά στον Χρύσιππο και όχι στους νόμιμους απογόνους- κληρονόμους , Ατρέα και Θυέστη. «…τὴν δὲ Ἱπποδάμειάν φασιν ἐς Μιδέαν τὴν ἐν τῇ Ἀργολίδι ἀποχωρῆσαι, ἅτε τοῦ Πέλοπος ἐπὶ τῷ Χρυσίππου θανάτῳ μάλιστα ἐς ἐκείνην ἔχοντος τὴν ὀργήν…»(Παυσανίου Ηλειακά, Β΄μέρος, κεφ.20,παραγρ.7)
Την πίστη αυτή αποδείκνυε το γεγονός που
συνέβη όταν ο Λάϊος είχε απαγάγει τον Χρύσιππο και ο Πέλοψ για να τον πάρει
πίσω έκανε πόλεμο. «…ὁ δὲ ( Λάϊος ) ἐν Πελοποννήσῳ διατελῶν ἐπιξενοῦται Πέλοπι, καὶ τούτου παῖδα Χρύσιππον ἁρματοδρομεῖν διδάσκων ἐρασθεὶς ἀναρπάζει…» ( Απολλοδώρου Βιβλιοθήκη, Βιβλίο
Γ΄, κεφ.5,παραγρ.5).
Άρα λογικό φαινόταν να
έχει αυτόν υπ' όψιν, ως διάδοχο, ο Πέλοπας. Γι' αυτό η Ιπποδάμεια έπεισε τους
γιούς της να τον σκοτώσουν κάτι που όντως πραγματοποίησαν τα δύο αδέρφια και
αφού σκότωσαν τον Χρύσιππο, πέταξαν το σώμα του σ' ένα φρεάτιο. Όμως αυτό αποκαλύφθηκε
και όταν το είδε ο Πέλοψ κυνήγησε, τόσο τα παιδιά του όσο και την μητέρα τους
και σύζυγό του Ιπποδάμεια, δίνοντάς τους την κατάρα να αλληλοσκοτώνονται αυτοί
και οι απόγονοί τους.
Να λοιπόν που ερχόμαστε σε ακόμη μια κατάρα, μετά από εκείνη που τους κληροδότησε ο παππούς τους Τάνταλος, αλλά και εκείνη του ηνιόχου Μυρτίλου. Μια κατάρα που έρχεται απ' ευθείας από το στόμα του ίδιου τους του πατέρα. Το πόσο σημαντικό ρόλο θα παίξει θα το δούμε στην συνέχεια.
Όσον αφορά την Ιπποδάμεια έρχεται στην Μιδέα της Αργολίδος όπου και όπως μαθαίνουμε από τον Παυσανία (Ηλειακά, Β΄, κεφ.20,παραγρ.7), είναι το μέρος που πεθαίνει. Αργότερα οι Ηλείοι πήραν τα οστά της και τα μετέφεραν στην Ηλεία όπου τα έθαψαν στην Άλτιν της Ολυμπίας. Λέγεται όμως πως πιθανόν μετά από κάποιο χρησμό που έλαβε ο Πέλοψ να είναι εκείνος που τα μετέφερε. «…τὴν δὲ Ἱπποδάμειάν φασιν ἐς Μιδέαν τὴν ἐν τῇ Ἀργολίδι ἀποχωρῆσαι … αὐτοὶ δὲ ὕστερον ἐκ μαντείας κομίσαι φασὶ τῆς Ἱπποδαμείας τὰ ὀστᾶ ἐν Ὀλυμπίᾳ…»
Να λοιπόν που ερχόμαστε σε ακόμη μια κατάρα, μετά από εκείνη που τους κληροδότησε ο παππούς τους Τάνταλος, αλλά και εκείνη του ηνιόχου Μυρτίλου. Μια κατάρα που έρχεται απ' ευθείας από το στόμα του ίδιου τους του πατέρα. Το πόσο σημαντικό ρόλο θα παίξει θα το δούμε στην συνέχεια.
Όσον αφορά την Ιπποδάμεια έρχεται στην Μιδέα της Αργολίδος όπου και όπως μαθαίνουμε από τον Παυσανία (Ηλειακά, Β΄, κεφ.20,παραγρ.7), είναι το μέρος που πεθαίνει. Αργότερα οι Ηλείοι πήραν τα οστά της και τα μετέφεραν στην Ηλεία όπου τα έθαψαν στην Άλτιν της Ολυμπίας. Λέγεται όμως πως πιθανόν μετά από κάποιο χρησμό που έλαβε ο Πέλοψ να είναι εκείνος που τα μετέφερε. «…τὴν δὲ Ἱπποδάμειάν φασιν ἐς Μιδέαν τὴν ἐν τῇ Ἀργολίδι ἀποχωρῆσαι … αὐτοὶ δὲ ὕστερον ἐκ μαντείας κομίσαι φασὶ τῆς Ἱπποδαμείας τὰ ὀστᾶ ἐν Ὀλυμπίᾳ…»
Ο Πέλοψ που επέκτεινε
συνέχεια το βασίλειό του ήθελε να κατακτήσει και την Αρκαδία και έτσι ήρθε σε
πόλεμο με τον Στύμφαλο. Όμως επειδή δεν μπορούσε να τον νικήσει προσποιήθηκε
τον φίλο και με δόλο σκοτώνει τον Στύμφαλο. Διαμελίζει το σώμα του και
σκορπίζει τα μέλη του σε διάφορα σημεία. Από αυτό το γεγονός λέγεται πως επήλθε
αφορία, ένα είδος μάλλον τιμωρίας για
την ανόσια πράξη που έκανε. Το μαντείο δε, όταν ήρθε να πάρει χρησμό για το τι πρέπει να
κάνει ώστε να εξαγνιστεί, του απάντησε
πως πρέπει να προσευχηθεί ο Αιακός ώστε να σταματήσει το κακό. Ο Αιακός ήταν ο
βασιλιάς της Αίγινας γιός του Δία και της Αίγινας. Ήταν γνωστός για την σοφία
του, την ευλάβεια και την δικαιοσύνη του. Μάλιστα μετά τον θάνατό του λέγεται
ότι έγινε δικαστής στον Άδη.
Ο Πέλοψ πέθανε σε μεγάλη ηλικία και αφού είχε βασιλέψει πενήντα εννέα χρόνια. Τον τίμησαν μετά τον θάνατό του ως Θεό, με τιμές ισάξιες, με αυτές του Διός, και είχαν κτίσει πολλά ιερά αφιερωμένα σ' αυτόν.
Ο Πέλοψ πέθανε σε μεγάλη ηλικία και αφού είχε βασιλέψει πενήντα εννέα χρόνια. Τον τίμησαν μετά τον θάνατό του ως Θεό, με τιμές ισάξιες, με αυτές του Διός, και είχαν κτίσει πολλά ιερά αφιερωμένα σ' αυτόν.
Επ’ αυτού
διαβάζουμε στον Παυσανία : «…προτετιμημένος ἐστὶν ὁ Πέλοψ ὑπὸ Ἠλείων ὅσον Ζεὺς θεῶν τῶν ἄλλων…» (Παυσανίου Ηλειακά,
κεφ.13,παραγρ.1)
«…ἀνέθεσαν δὲ ἑκατέρωθεν παρὰ τὸν Δία Πέλοπά τε…» ( 24,7)
Αλλά και ο
Ηρακλής είχε αφιερώσει ναό προς τιμή του Πέλοπος, τιμώντας τον ως τέταρτος
απόγονος του, όπως αναφέρει ο Παυσανίας στα Ηλειακά : «…τοῦτο ἀπονεῖμαι τῷ Πέλοπι Ἡρακλῆς ὁ Ἀμφιτρύωνος λέγεται: τέταρτος γὰρ δὴ ἀπόγονος καὶ οὗτος ἦν Πέλοπος…» (13,2)
«…τούτοις μὲν δὴ ἐνταῦθά ἐστι τὸ μνῆμα, καὶ τὸν Πέλοπα, ἡνίκα τῶν Πισαίων ἔσχε τὴν ἀρχήν, φασὶν ἐναγίζειν αὐτοῖς ἀνὰ πᾶν ἔτος…» (Ηλειακά μέρος Β΄,21,11)
Τα οστά του δε, τα φύλαγαν σε χάλκινη κιβωτό. Υπάρχει εδώ μια
ιστορία σχετικά με την ωμοπλάτη του Πέλοπα η οποία λέει τα εξής:
Όταν πολεμούσαν στην Τροία οι Αχαιοί το
μαντείο είπε πως δεν θα έπεφτε η πόλη αν δεν έφερναν τα οστά του Πέλοπα στο
πεδίο της μάχης. Κάτι που έκαναν αλλά μονάχα με το οστό της ωμοπλάτης. Όταν
μετά την άλωση γύριζαν το οστό στην Ελλάδα το καράβι που το μετέφερε έπεσε σε
τρικυμία και βυθίστηκε, μαζί με αυτό και η ωμοπλάτη. Αυτό συνέβη κάπου στην
Εύβοια όταν μετά από χρόνια ένας ψαρά ο Δαρμάμενος το ψάρεψε μες τα δίχτυα του.
Το θαύμασε τόσο πολύ για το μέγεθός του ( λένε ότι ο Πέλοψ ήταν πολύ ψηλός και
επιβλητικός) ώστε το έθαψε στην άμμο και πήγε στο Μαντείο να ρωτήσει σε ποιόν
ανήκει. Τον ίδιο καιρό είχε πέσει μια αρρώστια στην Ηλεία και είχαν και αυτοί
στείλει στους Δελφούς απεσταλμένους, να πάρουν χρησμό. Τότε η Πυθία είπε να
φυλάξουν τα οστά του Πέλοπα και στον ψαρά να παραδώσει την ωμοπλάτη. Πράγματι οι Ηλείοι έδωσαν στον ψαρά
μεγάλες αμοιβές για να πάρουν πίσω το οστό και μάλιστα έκαναν αυτόν και τους
απογόνους του φύλακες της κιβωτού των οστών του Πέλοπα.
Για το γεγονός αυτό,
γράφει σχετικά ο Παυσανίας στα Ηλειακά (κεφ. 13, παραγρ. 4-6):
«…λέγεται δὲ καὶ τοιοῦτον: μηκυνομένου τοῦ πρὸς Ἰλίῳ πολέμου <τοῖς Ἕλλησιν,> προαγορεῦσαι [δὲ] αὐτοῖς τοὺς μάντεις ὡς αἱρήσουσιν οὐ πρότερον τὴν πόλιν, πρὶν ἂν τὰ Ἡρακλέους τόξα καὶ ὀστοῦν ἐπαγάγωνται Πέλοπος. οὕτω δὴ μεταπέμψασθαι μὲν Φιλοκτήτην φασὶν αὐτοὺς ἐς τὸ στρατόπεδον, ἀχθῆναι δὲ καὶ τῶν ὀστῶν ὠμοπλάτην σφίσιν ἐκ Πίσης τῶν Πέλοπος: ὡς δὲ οἴκαδε ἐκομίζοντο, ἀπόλλυται περὶ Εὔβοιαν καὶ ἡ ναῦς ὑπὸ τοῦ χειμῶνος ἡ τὸ ὀστοῦν φέρουσα τὸ Πέλοπος. ἔτεσι δὲ ὕστερον πολλοῖς μετὰ ἅλωσιν Ἰλίου Δαμάρμενον ἁλιέα ἐξ Ἐρετρίας ἀφέντα δίκτυον ἐς θάλασσαν τὸ ὀστοῦν ἑλκύσαι, θαυμάσαντα δὲ αὐτοῦ τὸ μέγεθος ἔχειν ἀποκρύψαντα ὑπὸ τὴν ψάμμον. τέλος δὲ αὐτὸν ἀφικέσθαι καὶ ἐς Δελφούς, ὅτου τε ἀνδρὸς τὸ ὀστοῦν εἴη καὶ ὅ τι χρηστέον αὐτῷ διδαχθῆναι δεησόμενον. καί πως κατὰ πρόνοιαν τοῦ θεοῦ τηνικαῦτα <πρεσβεία> παρῆν Ἠλείων ἐπανόρθωμα αἰτούντων νόσου λοιμώδους: ἀνεῖπεν οὖν σφισιν ἡ Πυθία, τοῖς μὲν ἀνασώσασθαι Πέλοπος τὰ ὀστᾶ, Δαμαρμένῳ δὲ ἀποδοῦναι τὰ εὑρημένα αὐτῷ Ἠλείοις. καί οἱ ταῦτα ποιήσαντι ἄλλα τε ἀντέδοσαν Ἠλεῖοι καὶ Δαμάρμενόν τε αὐτὸν καὶ ἀπογόνους τοὺς ἐκείνου φύλακας σφᾶς εἶναι τοῦ ὀστοῦ…»
Δηλαδή: « Λέγεται επίσης και ετούτο: Επειδή παρετείνετο ο κατά της Τροίας
πόλεμος, οι μάντεις προείπαν στους Έλληνες ότι δεν θα κυριεύσουν την πόλη αν
δεν φέρουν προηγουμένως τα τόξα του Ηρακλέους και το οστούν του Πέλοπος.
Κατόπιν τούτου λοιπόν, λέγεται εκάλεσαν στο στρατόπεδο τον Φιλοκτήτη, μετέφεραν
δε από την Πίσα την ωμοπλάτη του Πέλοπος. Όταν οι Έλληνες επέστρεφαν στην
πατρίδα τους, το πλοίο το οποίο μετέφερε το οστό του Πέλοπα βυθίστηκε λόγω
τρικυμίας κοντά στην Εύβοια. Ένας ψαράς από την Εύβοια, ο Δαμάρμενος ανέσυρε από
την θάλασσα με τα δίκτυα του το οστό, το οποίο το θαύμασε για το μέγεθός του,
το κράτησε και το έκρυψε στην άμμο. Εντέλει ο ψαράς αυτός πήγε στους Δελφούς να
παρακαλέσει να του πούν ποιού ανθρώπου ήταν εκείνο το οστό και τι έπρεπε να το
κάνει. Κατά θεία πρόνοια την ίδια εποχή είχε μεταβεί στους Δελφούς μια αποστολή
των Ηλείων για να ζητήσει τρόπο απαλλαγής της χώρας από την μαστίζουσα αυτήν,
λοιμώδη ασθένεια. Η Πυθία λοιπόν χρησμοδότησε στους μεν Ηλείους να παραλάβουν
και να επαναφέρουν στην χώρα τα οστά του Πέλοπος, εις δε τον Δαρμάμενο να
παραδώσει το εύρημά του στους Ηλείους. Ο Δαμάρμενος έκανε όπως του είπε η
Πυθία, οι δε Ηλείοοι τον αντάμεψαν και με το να τον διορίσουν φύλακα των οστών
του Πέλοπα, αυτόν και τους απογόνους του…» (Εκδόσεις Κάκτος)