Ο Παλαμήδης επίσης, είχε πολύ καλή γνώση της ιατρικής και
της αστρονομίας. Για όλους αυτούς τους λόγους έχαιρε εκτιμήσεως και σεβασμού
μεταξύ των Ελλήνων οι οποίοι τον ονόμαζαν Πάνσοφο. Και αυτή η ζήλεια, κατέτρωγε
την καρδιά του Οδυσσέα. Με τον Οδυσσέα λοιπόν είχε αναπτυχθεί αυτή η
αντιπαράθεση πριν ακόμη την εκστρατεία στο Ίλιον και αφορμή στάθηκε το ξεσκέπασμα
του Οδυσσέα από τον Παλαμήδη όταν εκείνος μη θέλοντας να πάει στον πόλεμο αυτό
παρίστανε τον τρελό. Να τι λέει επ’ αυτού του γεγονότος ο Απολλόδωρος στην
Βιβλιοθήκη του. ( Επιτομή, κεφ. 3, παρ. 7) : «…
ὁ
δὲ
οὐ
βουλόμενος στρατεύεσθαι προσποιεῖται
μανίαν. Παλαμήδης δὲ ὁ
Ναυπλίου ἤλεγξε
τὴν
μανίαν ψευδῆ,
καὶ
προσποιησαμένῳ
μεμηνέναι παρηκολούθει· ἁρπάσας
δὲ
Τηλέμαχον ἐκ
τοῦ
κόλπου τῆς
Πηνελόπης ὡς
κτενῶν
ἐξιφούλκει.
Ὀδυσσεὺς
δὲ
περὶ
τοῦ
παιδὸς
εὐλαβηθεὶς
ὡμολόγησε
τὴν
προσποίητον μανίαν καὶ
στρατεύεται…»
Λέγεται πως οι Έλληνες, όταν ο Αγαμέμνων έφερε προς θυσία την κόρη του Ιφιγένεια, αγανάκτησαν τόσο πολύ μαζί του ώστε ζητούσαν να πάρει την αρχιστρατηγία ο Παλαμήδης. Πλέοντες προς την Τρωάδα παρουσιάζονταν «…διοσημεία στον ουρανό δηλ. αστραπές, κεραυνοί, βροντές, κομήτες, τόξα και λοιπά…» ( Ωγυγίας Μέρος ΣΤ’, Βιβλ. Γ’ κεφ. Β’) , οπότε ο Παλαμήδης έλεγε στους υπολοίπους να μην φοβούνται γιατί όχι μόνο κακά σημάδια δεν είναι αλλά μάλλον αίσια γι’ αυτούς. Και ότι πρόκειται για κακούς οιωνούς που αφορούν τους εχθρούς επειδή φαίνονται από την Ανατολή.
Μάλιστα όταν κατασκήνωσαν στην Μυσία,
μετά την ανακωχή και την αναγνώριση του Τηλέφου και οι λύκοι άρπαζαν τα
υποζύγια, ο Οδυσσέας παίρνοντας μαζί του τοξότες ανέβαινε στο βουνό για να τους
σκοτώσει. Ενώ ο Παλαμήδης έλεγε ότι αυτό είναι σημάδι επερχόμενου λοιμού και να
μην διώκουν άδικα τους λύκους, αλλά να προφυλάγονται και να μην τρώνε κρέας.
Η
ζήλεια του Οδυσσέα τον έκανε να υποστηρίζει ακριβώς τα αντίθετα, αλλά οι
Έλληνες είχαν αμέριστη εμπιστοσύνη στον Παλαμήδη και πίστευαν στα δικά του
λόγια και έτσι απέφυγαν την αρρώστια και άλλα πολλά κακά, όπως χαρακτηριστικά
λέγει ο Αθ. Σταγειρίτης στην Ωγυγία (Ωγυγίας Μέρος ΣΤ’, Βιβλ. Γ’ κεφ. Β’) .
Να πούμε εδώ επειδή έγινε πιο πάνω
αναφορά στον Τήλεφο, πως πρόκειται για τον γιό της Αύγης κόρης του Άλεος, την
οποία ο Ναύπλιος, πατέρας του Παλαμήδη είχε δώσει ως σύζυγο στον Τεύθραντα
τύραννο στην Μυσία. Μόλις γεννήθηκε, ο Τήλεφος αφέθηκε από τον παππού του Άλεο
στο όρος Παρθένιο για να πεθάνει. Σώθηκε όμως με την επέμβαση των θεών, θήλασε
από ελάφι και στη συνέχεια ανατράφηκε από τους βουκόλους που τον βρήκαν και τον
ονόμασαν Τήλεφο. Μόλις ο Τήλεφος ενηλικιώθηκε πήγε στη Μυσία, μετά από χρησμό
που του έδωσε το Μαντείο των Δελφών. Εκεί συνάντησε τη μητέρα του Αύγη, η οποία
είχε παντρευτεί τον βασιλιά Τεύθραντα μετά τη διάσωσή της από την οργή του
πατέρα της. Στην αρχή την ερωτεύθηκε και ήθελε να την πάρει για γυναίκα του
χωρίς να γνωρίζει ότι είναι μητέρα του, αλλά με τη θεϊκή επέμβαση αποκαλύφθηκε
η συγγένεια και ο Τήλεφος τελικώς έλαβε ως σύζυγό του την κόρη του Τεύθραντα,
την Ιέρα ή Αγριόπη, και διαδέχθηκε έτσι τον Τεύθραντα στον θρόνο της Μυσίας.
Στον Τρωικό Πόλεμο, ο Τήλεφος ήταν
σύμμαχος με τους Τρώες και τραυματίσθηκε μονομαχώντας με τον Αχιλλέα. Για τη
θεραπεία της πληγής του πήγε στις Μυκήνες , γιατί το μαντείο του είχε πει πως
για να γίνει καλά και να κλείσουν οι πληγές, έπρεπε να γιατρευτεί από εκείνον
που τον τραυμάτισε «ο τρώσας και ιάσεται». Εκεί άρπαξε τον Ορέστη, μωρό ων, και
ζήτησε από τον Αγαμέμνονα να μεσολαβήσει στον Αχιλλέα, για την θεραπεία του και
όταν το κάνει αυτό θα πάρει πίσω τον γιό του Ορέστη. Επειδή λοιπόν το μαντείο
είχε προδεί πως η Τροία θα έπεφτε μετά από τις
οδηγίες του Τήλεφου, ο Αγαμέμνων πείθει τον Αχιλλέα ο οποίος όντως
δέχτηκε να γιατρέψει τις πληγές του Τήλεφου από την σκουριά της λίγχης του
ακοντίου του το οποίο στην ουσία αυτό ήταν υπεύθυνο γι’ αυτές. Κατόπιν από
ευγνωμοσύνη έδωσε οδηγίες στους Αχαιούς για την κατάληψη της Τροίας. Ο όρος
«Τηλέφεια τραύματα» έμεινε για να χαρακτηρίζει γενικώς τα αθεράπευτα τραύματα.
( Λεξικό του Αρχαίου κόσμου, Ελλάδα- Ρώμη, εκδόσεις «Δομή», τόμος Δ’ λήμμα:
Τήλεφος).