Πραγματικά ο Θησέας ξεκίνησε προς ανεύρεση του Ταύρου και λίγο πριν φθάσει
στον Μαραθώνα συνάντησε μια γριά, την Εκάλη, που κατοικούσε στην περιοχή. Αυτή
φιλοξένησε τον Θησέα και του έδωσε συμβουλές για το τι πρέπει να κάνει και τι
να προσέχει, επειδή τον έβλεπε σαν γιό της. Μάλιστα του υποσχέθηκε πως αν
γυρνούσε σώος μετά από αυτό θα θυσίαζε
στον Δία ! Ο Θησέας βρήκε τον ταύρο, τον εξολόθρευσε αλλά όταν γύρισε η Εκάλη
δεν ζούσε πια. Έτσι ανέλαβε εκείνος να εκπληρώσει την υπόσχεσή της προς τον Δία
και πραγματοποίησε την θυσία, επίσης καθιέρωσε προς τιμή της εορτή τα Εκαλήσια
και τον Δία ονόμασε Εκαλήσιον! Την δε
περιοχή ονόμασε Εκάλη, όπως και μέχρι σήμερα ονομάζεται!
(Πλουτάρχου «Βίοι Παράλληλοι», κεφ. 14, παραγρ. 1-3):
«ὁ δὲ Θησεὺς ἐνεργὸς εἶναι βουλόμενος, ἅμα δὲ καὶ δημαγωγῶν, ἐξῆλθεν ἐπὶ τὸν Μαραθώνιον ταῦρον, οὐκ ὀλίγα πράγματα τοῖς οἰκοῦσι τὴν Τετράπολιν
παρέχοντα· καὶ χειρωσάμενος ἐπεδείξατο ζῶντα διὰ τοῦ ἄστεος ἐλάσας, εἶτα τῷ Ἀπόλλωνι τῷ Δελφινίῳ κατέθυσεν.(2)ἡ δὲ Ἑκάλη καὶ τὸ περὶ αὐτὴν μυθολόγημα τοῦ ξενισμοῦ καὶ τῆς ὑποδοχῆς ἔοικε μὴ πάσης ἀμοιρεῖν ἀληθείας. ἔθυον γὰρ Ἑκαλήσια οἱ πέριξ δῆμοι συνιόντες Ἑκάλῳ Διΐ, καὶ τὴν Ἑκάλην ἐτίμων, Ἑκαλίνην ὑποκοριζόμενοι διὰ τὸ κἀκείνην νέον ὄντα κομιδῇ τὸν Θησέα ξενίζουσαν ἀσπάσασθαι πρεσβυτικῶς καὶ φιλοφρονεῖσθαι τοιούτοις ὑποκορισμοῖς.(3)ἐπεὶ δὲ εὔξατο μὲν ὑπὲρ αὐτοῦ τῷ Διί, βαδίζοντος ἐπὶ τὴν μάχην, εἰ σῶς παραγένοιτο, θύσειν, ἀπέθανε δὲ πρὶν ἐκεῖνον ἐπανελθεῖν, ἔσχε τὰς εἰρημένας ἀμοιβὰς τῆς φιλοξενίας τοῦ Θησέως κελεύσαντος, ὡς Φιλόχορος ἱστόρηκεν.»
Αξίζει να σημειωθεί και ένα ακόμη
γεγονός που έλαβε χώρα κατά τον άθλο αυτό του Θησέα, και είναι αυτό με τους
εργάτες που έκτιζαν τον Ναό του Δελφινίου Απόλλωνος στο Δελφίνιο ( όρμος της
Αττικής ο σημερινός Ωροπός) . Ο Ναός αυτός κτιζόταν κατ’ εντολή του Αιγέως προς
τιμή της θαλάσσιας ιδιότητας του Θεού, αλλά και της αδερφής του Αρτέμιδος με
την επωνυμία Δελφινίας. Περιγράφει λοιπόν ο Παυσανίας στα «Αττικά», κεφ. 19,
παραγρ. 1 :
«…ἔστι
δὲ
καὶ ἄλλο
ἱερὸν
Ἀπόλλωνος
ἐπίκλησιν
Δελφινίου. λέγουσι δὲ ὡς
ἐξειργασμένου
τοῦ
ναοῦ
πλὴν
τῆς
ὀροφῆς
ἀγνὼς
ἔτι
τοῖς
πᾶσιν
ἀφίκοιτο
Θησεὺς
ἐς
τὴν
πόλιν· οἷα
δὲ
χιτῶνα
ἔχοντος
αὐτοῦ
ποδήρη καὶ
πεπλεγμένης ἐς
εὐπρεπές
οἱ
τῆς
κόμης, ὡς
ἐγίνετο
κατὰ
τὸν
τοῦ
Δελφινίου ναόν, οἱ
τὴν
στέγην οἰκοδομοῦντες
ἤροντο
σὺν
χλευασίᾳ,
ὅ
τι δὴ
παρθένος ἐν
ὥρᾳ
γάμου πλανᾶται
μόνη· Θησεὺς
δὲ ἄλλο
μὲν
αὐτοῖς
ἐδήλωσεν
οὐδέν,
ἀπολύσας
δὲ ὡς
λέγεται τῆς
ἁμάξης
τοὺς
βοῦς,
ἥ
σφισι παρῆν,
[τὸν
ὄροφον]
ἀνέῤῥιψεν ἐς
ὑψηλότερον
ἢ
τῷ
ναῷ
τὴν
στέγην ἐποιοῦντο…»
Δηλαδή, βλέποντας οι εργάτες τον Θησέα νέο καθαρό και με ένδυμα μακρύ τον
πέρασαν για κοπέλα και ρώτησαν που πηγαίνει στις ερημιές μια παρθένα! Εκείνος
τότε έλυσε τα βόδια από την άμαξα και σηκώνοντάς την, την εκσφενδόνισε τόσο
ψηλά ώστε πέρασε πάνω από την στέγη του Ναού!
Γυρνώντας στην Αθήνα ο Θησεύς έχει να αντιμετωπίσει την Μήδεια εκ νέου,
αφού εκείνη βλέποντας πως δεν επέτυχε την εξολόθρευσή του από τον ταύρο, πείθει
τον Αιγέα να του δώσει να πιεί δηλητήριο! Πραγματικά ο Αιγεύς τον καλεί σε
δείπνο και του προσφέρει το ποτήρι με το δηλητηριασμένο οίνο. Τότε ο Θησεύς
βγάζει το σπαθί του να κόψει το κρέας, αλλά εκείνη την στιγμή ο Αιγέας
αναγνωρίζει το ξίφος που είχε αφήσει στον βράχο της Τροιζήνας για τον γιό που
θα αποκτούσε από την Αίθρα, και με μια κίνηση ρίχνει το ποτήρι με το κρασί στο δάπεδο
και ανακράζει τον Θησέα γιό του. Το δε
δηλητηριασμένο κρασί χύθηκε στον περίβολο του Δελφινίου Ναού, αφού εκεί
κατοικούσε ο Αιγέας και το άγαλμα του Ερμή που βρισκόταν στην πύλη ανατολικά
του Ναού, ονόμαζαν Αιγέως Πύλαις.
«Μήδεια γαρ …φαρμάκοις ὑποσχομένη τῆς ἀτεκνίας ἀπαλλάξειν Αἰγέα, συνῆν αὐτῷ. προαισθομένη δὲ περὶ τοῦ Θησέως αὕτη, τοῦ δὲ Αἰγέως ἀγνοοῦντος, ὄντος δὲ πρεσβυτέρου καὶ φοβουμένου πάντα διὰ τὴν στάσιν, ἔπεισεν αὐτὸν ὡς ξένον ἑστιῶντα φαρμάκοις ἀνελεῖν. ἐλθὼν οὖν ὁ Θησεὺς ἐπὶ τὸ ἄριστον οὐκ ἐδοκίμαζε φράζειν αὑτόν, ὅστις εἴη, πρότερος, ἐκείνῳ δὲ βουλόμενος ἀρχὴν ἀνευρέσεως παρασχεῖν, κρεῶν παρακειμένων
σπασάμενος τὴν μάχαιραν, ὡς ταύτῃ τέμνων, ἐδείκνυεν ἐκείνῳ. ταχὺ δὲ καταμαθὼν ὁ Αἰγεύς, τὴν μὲν κύλικα τοῦ φαρμάκου κατέβαλε, τὸν δὲ υἱὸν ἀνακρίνας ἠσπάζετο, καὶ συναγαγὼν τοὺς πολίτας ἐγνώριζεν, ἡδέως δεχομένους διὰ τὴν ἀνδραγαθίαν. λέγεται δὲ τῆς κύλικος πεσούσης ἐκχυθῆναι τὸ φάρμακον ὅπου νῦν ἐν Δελφινίῳ τὸ περίφρακτόν ἐστιν, ἐνταῦθα γὰρ ὁ Αἰγεὺς ᾤκει, καὶ τὸν Ἑρμῆν τὸν πρὸς ἕω τοῦ ἱεροῦ καλοῦσιν ἐπ᾽ Αἰγέως πύλαις.» ( Πλουτάρχου Βίοι παράλληλοι, κεφ. 12, παραγρ.
2-3)
Έτσι ανακηρύσσει τον Θησέα γιό
του μπροστά στους πολίτες τους οποίους
πληροφορεί πως αυτός είναι ο άξιος διάδοχός του! Τότε ήταν που ο Μίνως
κατέφθασε στην Αθήνα για να λάβει τον φόρο αίματος που κατέβαλαν οι Αθηναίοι σ’
αυτόν. Και πώς είχαν φθάσει να δίδουν
τον βαρύ αυτό φόρο οι κάτοικοι της Αθήνας; Ιδού !
Ο Μίνως ο Β’ είχε τρείς γιούς
μεταξύ των οποίων και τον Ανδρόγεω . Αυτός είχε έρθει στην Αθήνα στην γιορτή
των Παναθηναίων και έλαβε μέρος στους αγώνες όπου κέρδισε σ’ όλους. Από την
ζήλεια των συναγωνιστών του, λέγεται πως τον σκότωσαν ή κατ’ άλλους ότι ο Ανδρόγεω είχε συνάψει πολύ καλές
σχέσεις με τους γιούς του Πάλλαντα, και ο Αιγέας έβαλε νε τον σκοτώσουν στην
περιοχή Οινόη. Αλλά και ακόμη ότι είχε λάβει μέρος στο κυνήγι του Μαραθωνίου
Ταύρου και εκεί σκοτώθηκε, λέγεται.
«…τῶν
δὲ
Μίνωος υἱῶν
Ἀνδρόγεως
μὲν
εἰς
τὰς
Ἀθήνας
κατήντησε Παναθηναίων συντελουμένων, Αἰγέως
βασιλεύοντος, ἐν
δὲ
τοῖς
ἀγῶσι
νικήσας τοὺς
ἀθλητὰς
ἅπαντας
συνήθης ἐγένετο
τοῖς
Πάλλαντος παισίν. ἐνταῦθ´
ὁ
μὲν
Αἰγεὺς
ὑποπτεύσας
τὴν
Ἀνδρόγεω
φιλίαν, μήποθ´ ὁ
Μίνως βοηθήσας τοῖς
υἱοῖς
τοῦ
Πάλλαντος ἀφέληται
τὴν
ἀρχήν,
ἐπεβούλευσε
τῷ Ἀνδρόγεῳ.
βαδίζοντος οὖν
αὐτοῦ
εἰς
τὰς
Θήβας ἐπί
τινα θεωρίαν, ἐδολοφόνησεν
αὐτὸν
διά τινων ἐγχωρίων
περὶ
Οἰνόην
τῆς
Ἀττικῆς.»( Διοδώρου Ιστορική Βιβλιοθήκη, Βιβλίο Δ’, περί
Θησέως, παράγρ. 60)