Ο Κάδμος μαζί με την μητέρα του
Τηλέφασσα πρώτα πήγε στην Ρόδο και έκτισε το ιερό του Ποσειδώνα επειδή τον
έσωσε από κάποια τρικυμία ( εδώ να σημειώσουμε πως και ο Δαναός όταν έφυγε με
τις κόρες του από την Αίγυπτο πρώτα στην Ρόδο σταμάτησε, όπου αφιέρωσε ιερό στην Λινδία Αθηνά με την
ίδια περίπου υπόσχεση που είχε δώσει και εκείνος περί της σωτηρίας του). Εκεί
άφησε και κάποιους Φοίνικες ως φύλακες του ιερού και αφού έκανε αφιερώματα και
στην Λινδία Αθηνά έφυγε. Μετά ήρθε στο νησί Καλλίστη (Θήρα) όπου άφησε και
αποικία και έκανε άρχοντα αυτής τον
Μεμβλίαρο. «…λαβόντες λογισμὸν ὅτι Θήρᾳ μὲν ἐς αὐτὸν ἀνῄει Κάδμον τὸ γένος, οἱ δὲ ἦσαν ἀπόγονοι Μεμβλιάρου: Μεμβλίαρον δὲ ἄνδρα ὄντα τοῦ δήμου Κάδμος ἐν τῇ νήσῳ κατέλιπεν ἡγεμόνα εἶναι τῶν ἐποίκων…» (Παυσανίου Λακωνικά, κεφ.1,
παραγρ. 8)
Αφού λοιπόν συνέχισε την αναζήτηση της
αδερφής του χωρίς κανένα απολύτως αποτέλεσμα, ήρθε στην Θράκη όπου μάλιστα ήταν και ο τόπος
που πέθανε η μητέρα του Τηλέφασσα. Μάλιστα λέγεται πως είναι αυτός που
ανακάλυψε και τα χρυσορυχεία του Παγγαίου όρους.
Μην ξέροντας τι πρέπει να κάνει στην
συνέχεια, πήγε στο Μαντείο των Δελφών να
πάρει χρησμό περί του μέλλοντός του. Η Πυθία του είπε πως δεν πρέπει πια να
συνεχίζει το ψάξιμο της Ευρώπης γιατί θα είναι άκαρπο. Αυτό που έπρεπε να κάνει
ήταν να ακολουθήσει την πρώτη αγελάδα που θα εύρισκε μπροστά του και εκεί που
θα σταματούσε εκείνη να ξεκουραστεί εκεί θα έχτιζε και την πόλη στην οποία
έπρεπε να μείνει. «…Κάδμος δὲ ἀποθανοῦσαν θάψας Τηλέφασσαν, ὑπὸ Θρακῶν ξενισθείς, ἦλθεν εἰς Δελφοὺς περὶ τῆς Εὐρώπης πυνθανόμενος. ὁ δὲ θεὸς εἶπε περὶ μὲν Εὐρώπης μὴ πολυπραγμονεῖν, χρῆσθαι δὲ καθοδηγῷ βοΐ, καὶ πόλιν κτίζειν ἔνθα ἂν αὕτη πέσῃ καμοῦσα…» ( Απολλοδώρου Βιβλιοθήκη, Βιβλίο
Γ΄κεφ.4, παραγρ.1)
Πραγματικά ο Κάδμος περνώντας από την
Φωκίδα είδε μια αγελάδα που είχε αποκοπεί από το κοπάδι του Πελάγοντα και
αρχίζει να την ακολουθεί. Περνώντας αυτή, στην Βοιωτική χώρα, κουρασμένη σταματά και
κάθεται κατά γης. Εκεί λοιπόν ο Κάδμος αποφασίζει, όπως ο χρησμός του υπέδειξε,
και χτίζει την ακρόπολη Καδμεία εξ’ αυτού ονομαζόμενη έτσι. «…Κάδμος δὲ τὴν πόλιν τὴν καλουμένην ἔτι καὶ ἐς ἡμᾶς Καδμείαν ᾤκισεν…»(Παυσανίου Βοιωτικά, κεφ. 5,
παραγρ.2)
Να δούμε όμως λίγο τους κατοίκους
εκείνης της περιοχής οι οποίοι πριν το κατακλυσμό του Ωγύγου λέγονταν Εκτήνες
και οι οποίοι χάθηκαν με τον κατακλυσμό. Στην συνέχεια ήρθαν οι Άονες και Ύαντες. «… τοῖς μὲν οὖν Ἄοσι κατὰ κώμας ἔτι ἦσαν αἱ οἰκήσεις…»( Παυσανίου Βοιωτικά, κεφ. 5,
παραγρ.2)
Από αυτούς, οι Ύαντες ήρθαν σε σύγκρουση με τον Κάδμο, αλλά νικήθηκαν από αυτόν και έφυγαν. Οι Άονες
όμως έμειναν και ενώθηκαν με τον Κάδμο και τους ανθρώπους του. Ο Κάδμος σε
ευγνωμοσύνη προς την Αθηνά που τον βοήθησε, θέλησε να θυσιάσει την αγελάδα που είχε
ακολουθήσει. Έτσι έστειλε δυό ανθρώπους του, τον Δηϊλέοντα και τον Σέριφο, να βρούν νερό. Αυτοί όμως έπεσαν πάνω σε έναν
δράκο ο οποίος τους κατασπάραξε. Αυτόν τον Δράκο η θεά Αθηνά είπε στον Κάδμο
πως έπρεπε να τον σκοτώσει και στην συνέχεια να σπείρει τα δόντια του. Έτσι
έκανε λοιπόν ο Κάδμος και βλέπει από τα δόντια αυτά να φυτρώνουν ένοπλοι
άνδρες. Αυτοί ονομάσθηκαν Σπαρτοί. Και ο Κάδμος όπως τον είχε συμβουλέψει η
Αθηνά άρχισε να ρίχνει πέτρες ανάμεσά τους, ώστε αυτοί νόμισαν πως αυτό γινόταν από τους
διπλανούς τους, με αποτέλεσμα να
μάχονται μεταξύ τους. Ο Κάδμος βρήκε έτσι την ευκαιρία και σκότωσε αρκετούς από
αυτούς. «…ἐδήλωσε δὲ αὐτῷ σπειρομένων τῶν ὀδόντων ἐκ γῆς ἄνδρας μέλλειν ἀναδύεσθαι ἐπ᾽ αὐτὸν καθωπλισμένους, οὓς ἔλεγεν ἐπειδὰν ἀθρόους θεάσηται, βάλλειν εἰς μέσον λίθους ἄποθεν, ὅταν δὲ ὑπὲρ τούτου μάχωνται πρὸς ἀλλήλους, τότε κτείνειν αὐτούς…»(Απολλοδώρου Βιβλιοθήκη, Βιβλίο
Α΄, κεφ.9, παραγρ.23)
Πέντε μόνο σώθηκαν από αυτούς, ο Εχίων,
ο Ουδαίος, ο Χθόνιος, ο Υπερήνωρ και ο Πέλωρ. Για τον θάνατο των υπολοίπων Σπαρτών
ο Κάδμος τιμωρήθηκε να υπηρετήσει ποινή ενός ενιαυτού ή αίδιου όπως το αναφέρει
ο Απολλόδωρος και ήταν ο χρόνος αυτός ίσος με οκτώ έτη. «…Κάδμος δὲ ἀνθ᾽ ὧν ἔκτεινεν ἀίδιον ἐνιαυτὸν ἐθήτευσεν Ἄρει· ἦν δὲ ὁ ἐνιαυτὸς τότε ὀκτὼ ἔτη. μετὰ δὲ τὴν θητείαν Ἀθηνᾶ αὐτῷ τὴν βασιλείαν κατεσκεύασε …» (Απολλοδώρου Βιβλιοθήκη, Βιβλίο
Γ΄κεφ. 4, παραγρ.2)
Μια παρένθεση ακόμη να κάνουμε εδώ για
να σημειώσουμε πως η αναφορά του Δράκοντα και η σπορά των δοντιών του, αναφέρεται και στην ιστορία του Ιάσονα κατά
την δοκιμασία που του έβαλε ο Αιήτης μετά την πάλη του με τον χάλκινο ταύρο. Τα
δόντια μάλιστα εκείνα λέγεται πως ήταν από την μια εκ των δύο σιαγόνων του
δράκου που σκότωσε ο Κάδμος και ήταν ο Φρίξος που τα έφερε στον βασιλιά Αιήτη.
Η παρουσία του δράκοντα στην προϊστορία φαίνεται να έχει την δική της συμβολική,
αφού και ο Θεός Απόλλων παλεύει με τον
Πύθωνα για την κατάκτηση του Μαντείου των Δελφών.
«…ὡς δὲ ὁ φρουρῶν τὸ μαντεῖον Πύθων ὄφις ἐκώλυεν αὐτὸν παρελθεῖν ἐπὶ τὸ χάσμα, τοῦτον ἀνελὼν τὸ μαντεῖον παραλαμβάνει..»(Απολλοδώρου Βιβλιοθήκη, Βιβλίο
Α΄, κεφ.4, παραγρ.1)
Να
συμπληρώσουμε για τους Σπαρτούς επίσης πως: οι απόγονοί τους είχαν ένα σημάδι
στον ώμο σε σχήμα λόγχης και από αυτό ξεχώριζαν. Μάλιστα από μια μεγάλη γενιά
Σπαρτών, τους Αιγείδες, που ήταν και από τις κυριότερες των Θηβών, λέγεται
πως καταγόταν και ο επιγραμματοποιός, Πίνδαρος. Από την γενιά του Σπαρτού Ουδαίου
κατάγεται ο μάντης Τειρεσίας.