Στην
όψη του σπαθιού ο Θυέστης έμεινε εμβρόντητος αφού αναγνώρισε αμέσως πως ήταν
εκείνο που είχε δώσει στην Πελοπία με την υπόσχεση να το κληροδοτήσει στο
παιδί που θα γεννούσε, αν ήταν αγόρι. Έτσι
αποκαλύφθηκε η σχέση τους και ζήτησε από τον Αίγισθο να καλέσει αμέσως, μυστικά
όμως, την μητέρα του Πελοπία. Όταν ήρθε η μητέρα του Αιγίσθου και κατάλαβε ότι
αυτός με τον οποίο είχε κάνει αυτό το παιδί ήταν στην πραγματικότητα ο πατέρας
της, τόσο πολύ στεναχωρήθηκε από την αιμομιξία ( που όμως εν αγνοία και των δύο
είχε διαπραχθεί) ώστε άρπαξε από τα χέρια του Αιγίσθου το ξίφος και έδωσε τέλος
στην ζωή της.
Ο
Αίγισθος τότε έσκυψε πήρε το σπαθί και έτρεξε αμέσως προς τον Ατρέα λέγοντάς
του πως: " ορίστε το αίμα του
Θυέστου στο σπαθί βασιλιά μου", δείχνοντας το καταματωμένο, από το
αίμα της μητέρας του Πελοπίας, ξίφος. Και ο Ατρεύς γεμάτος χαρά και ανακούφιση
που απηλλάγη δια παντός από τον επικίνδυνο διεκδικητή αδερφό του, βγήκε να πάει
να προσφέρει θυσία για το γεγονός, τα "ελευθερωτήρια". Και εκεί στην διάρκεια της θυσίας
βρήκε την ευκαιρία ο Αίγισθος και φόνευσε τον Ατρέα καθιστώντας τον εαυτό του
εκδικητή για όσα είχαν συμβεί, τόσο στον πατέρα αυτού όσο και
στην μητέρα του. Μετά από αυτό ανακηρύσσει τον πατέρα του βασιλιά των Μυκηνών.
«…ὃς ( Αίγισθος) ἀνδρωθεὶς καὶ μαθών, ὅτι Θυέστου παῖς ἐστι, κτείνας Ἀτρέα, Θυέστῃ τὴν βασιλείαν ἀποκατέστησεν…» (Απολλοδώρου Βιβλιοθήκη, Επιτομή
κεφ.2, παραγρ. 14)
Άλλοι
πάλι λένε πως συμφιλιώθηκαν τα δύο αδέρφια και πως, πριν πεθάνει ο Ατρεύς άφησε
ως επίτροπο του Αγαμέμνονα, που ήταν ακόμη μικρός, στην θέση του βασιλέως, τον Θυέστη, με την υπόσχεση να δώσει την βασιλεία στον
Αγαμέμνονα κάτι και το οποίο έκανε ο Θυέστης και έτσι αιτιολογείται κατά κάποιο
τρόπο γιατί δεν έγινε βασιλιάς μετά από αυτόν ο γιός του Αίγισθος. Τον οποίο Αίγισθο,
με την σειρά του ο Αγαμέμνων, αφήνει
επίτροπο στην θέση του όταν φεύγει για την Τροία.
Ο
Όμηρος διηγείται στην Ιλιάδα ( Β΄Ραψωδία, στιχ.102- 106) σχετικά με το σκήπτρο
το οποίο ο Αγαμέμνων άφησε στον Θυέστη φεύγοντας για την Τροία, θέλοντας με τον
τρόπο αυτό να δείξει ότι ειρηνικά και με την σωστή διαδοχή βασίλευσαν αυτοί.
Κάποιοι, λένε ότι ο Όμηρος το έκανε αυτό, αν και εγνώριζε τα καθ’ έκαστα,
επειδή δεν ήθελε να διασυρθεί το γένος των Ατρειδών:
«…Ἥφαιστος μὲν δῶκε Διὶ Κρονίωνι ἄνακτι,
αὐτὰρ ἄρα Ζεὺς δῶκε διακτόρῳ ἀργεϊφόντῃ·
Ἑρμείας δὲ ἄναξ δῶκεν Πέλοπι πληξίππῳ,
αὐτὰρ ὃ αὖτε Πέλοψ δῶκ' Ἀτρέϊ ποιμένι λαῶν,
Ἀτρεὺς δὲ θνῄσκων ἔλιπεν πολύαρνι Θυέστῃ…»
αὐτὰρ ἄρα Ζεὺς δῶκε διακτόρῳ ἀργεϊφόντῃ·
Ἑρμείας δὲ ἄναξ δῶκεν Πέλοπι πληξίππῳ,
αὐτὰρ ὃ αὖτε Πέλοψ δῶκ' Ἀτρέϊ ποιμένι λαῶν,
Ἀτρεὺς δὲ θνῄσκων ἔλιπεν πολύαρνι Θυέστῃ…»
Ο
Ατρεύς λοιπόν πέθανε και ετάφη μεγαλοπρεπώς σε ένα τύμβο θολωτό που μέχρι και
σήμερα σώζεται σε άριστη κατάσταση σύμβολο της Αίγλης και της Δόξης των
Ατρειδών, με πολλούς θησαυρούς μαζί.
Ο δε
Θυέστης μετά τον θάνατό του ετάφη στην χώρα του Άργους
και μάλιστα στον τάφο του είχε τοποθετηθεί ένα χρυσό αρνί που φανέρωνε και την απαρχή
της πολυτάραχης σχέσης με τον αδερφό του βασιλιά Ατρέα. Ήταν δε ο τάφος του, στον δρόμο που ένωνε τις Μυκήνες με το Άργος.
«…ἐν δὲ τῇ Ἀργείᾳ προελθοῦσιν ὀλίγον ἀπὸ τοῦ ἡρῴου τούτου Θυέστου τάφος ἐστὶν ἐν δεξιᾷ: λίθου δὲ ἔπεστιν αὐτῷ κριός, ὅτι τὴν ἄρνα ὁ Θυέστης ἔσχε τὴν χρυσῆν, μοιχεύσας τοῦ ἀδελφοῦ τὴν γυναῖκα…» ( Παυσανίου Κορινθιακά, κεφ.18,
παραγρ.1)
Ο Αίγισθος λοιπόν, όταν οι Έλληνες έλειπαν στην Τροία, λέγεται πως
περιτριγύριζε σε διάφορες πόλεις όπου υπήρχαν οι γυναίκες των αξιωματούχων και
βασιλιάδων που βρίσκονταν στον πόλεμο στο Ίλιον και έκανε σχέσεις μαζί τους. Τέλος κατάφερε να συμφωνήσει με
την Κλυταιμνήστρα να σκοτώσουν τον Αγαμέμνονα, εφ' όσον γυρνούσε ζωντανός από την
εκστρατεία. Για τον λόγο αυτό μάλιστα είχε βάλει έναν κατάσκοπο τον οποίο
πλήρωνε με δύο τάλαντα μισθό, να παρακολουθεί σε παραθαλάσσιο μέρος για το πότε
ακριβώς θα ερχόταν ο Αγαμέμνονας.