«Έστ' ήμαρ ότε Φοίβος πάλιν ελεύσεται καί ές αεί έσεται».


Σάββατο 20 Νοεμβρίου 2010

Ο ΚΕΡΒΕΡΟΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΔΗ




Δωδέκατος και τελευταίος άθλος του Ηρακλή ήταν να πάει στον Κάτω Κόσμο, στο Βασίλειο του Άδη,  και να φέρει τον τρομερό φύλακά του,  τον Κέρβερο. Ο Κέρβερος ήταν ένα από τα παιδιά της Έχιδνας και του Τυφωέα ή Τυφώνα, όπως έχουμε αναφέρει και πιο πάνω στον άθλο με τα βόδια του Γηρυόνη. Ήταν τρομερός και φοβερός και  συγγραφείς της αρχαιότητας λένε πως είχε δυο κεφάλια, άλλοι πάλι τρία αλλά και στον Ησίοδο διαβάζουμε πως τα κεφάλια του Κέρβερου ήταν πενήντα! Το σώμα του ήταν γεμάτο θανατηφόρα φίδια και κατέληγε σε μια ουρά που είχε κεφάλι δράκου. Τα πόδια του λέγεται πως ήταν σε σχήμα ποδιών λιονταριού και ήταν μεγαλόσωμος με τρομερή δύναμη στα σαγόνια του.
«…εχε δ οτος τρες μν κυνν κεφαλάς, τν δ ορν δράκοντος, κατ δ το νώτου παντοίων εχεν φεων κεφαλάς…» (Απολλοδώρου Βιβλιοθήκη, Βιβλίο Β΄κεφ5,παραγρ.12)

Ο Ηρακλής πριν ξεκινήσει για τον άθλο αυτό έπρεπε να πάει στην Ελευσίνα ώστε να μυηθεί στα Μυστήρια της περιοχής,  κάτι που θα τον βοηθούσε πολύ στην κάθοδό του στον Άδη. Όταν πήγε στον Αρχιερέα Εύμολπο για την μύηση,  επειδή ήταν ξένος και απαγορευόταν να μυηθούν ξένοι στα Μυστήρια,  υιοθετήθηκε από τον Πύλιο και ως θετός γιός του μπόρεσε να μυηθεί. Για τον Πύλιο αναφέρεται πως ήταν ένας από τους γιούς του Θεού Ηφαίστου και πως είναι αυτός που γιάτρεψε τον Φιλοκτήτη από την γάγγραινα, όταν περνούσε κάποτε από την Λήμνο. Μάλιστα σε αντάλλαγμα ο ομηρικός ήρωας Φιλοκτήτης, του έμαθε την τέχνη της τοξοβολίας. Περισσότερο για τον Φιλοκτήτη θα αναφερθούμε παρακάτω όπου θα δούμε και την σχέση του με τον ημίθεο Ηρακλή.

Εκεί λοιπόν πριν  την μύηση έγινε και ο καθαρμός του Ηρακλή από τον φόνο των Κενταύρων, έτσι πανέτοιμος πια από κάθε άποψη ξεκίνησε για την ιδιαίτερη αυτή «κατάβαση» !

«…μέλλων ον π τοτον πιέναι λθε πρς Εμολπον ες λευσνα, βουλόμενος μυηθναι [ν δ οκ ξν ξένοις τότε μυεσθαι, πειδήπερ θετς Πυλίου πας γενόμενος μυετο]. μ δυνάμενος δ δεν τ μυστήρια πείπερ οκ ν γνισμένος τν Κενταύρων φόνον, γνισθες π Εμόλπου τότε μυήθη…» Αναφέρει σχετικά με το γεγονός ο Απολλόδωρος(Βιβλιοθήκη, Βιβλίο Β΄κεφ.5,παραγρ.12)

Ο Δίας εν τω μεταξύ είχε δώσει εντολή στον Ερμή και την Αθηνά να βρίσκονται συνεχώς στο πλευρό του για να τον προφυλάξουν από οτιδήποτε κακό μπορεί να του τύχαινε.

Πήγε στο Ταίναρο της Λακωνίας και από εκεί όπου βρισκόταν η κάθοδος για τον Άδη ο Ηρακλής κατέβηκε στον κόσμο των ψυχών, στο Βασίλειο του Πλούτωνα.  «… κα παραγενόμενος π Ταίναρον τς Λακωνικς, ο τς ιδου καταβάσεως τ στόμιόν στι, δι τούτου κατει…» (Απολλοδώρου Βιβλιοθήκη, Βιβλίο Β΄κεφ5,παραγρ.12)

Ο Παυσανίας (Λακωνικά,κεφ. 25,παραγρ.5-6), αναφέρει το σημείο  αυτό της Λακωνικής , το Ταίναρο, ως το σημείο ανόδου, αλλά αυτό που έχει περισσότερο σημασία στην περιγραφή του είναι μάλλον οι εξηγήσεις περί του Κερβέρου τόσο από τον Όμηρο όσο και από τον Εκαταίο :

«…ἐποίησαν δ λλήνων τινς ς ρακλς ναγάγοι ταύτ το ιδου τν κύνα, οτε π γν δο δι το σπηλαίου φερούσης οτε τοιμον ν πεισθναι θεν πόγαιον εναί τινα οκησιν ς ν θροίζεσθαι τς ψυχάς. λλ καταος μν Μιλήσιος λόγον ερεν εκότα, φιν φήσας π Ταινάρ τραφναι δεινόν, κληθναι δ ιδου κύνα, τι δει τν δηχθέντα τεθνάναι παραυτίκα π το ο, κα τοτον φη τν φιν π ρακλέους χθναι παρ' Ερυσθέα: μηρος δ-- πρτος γρ κάλεσεν ιδου κύνα ντινα ρακλς γεν --οτε νομα θετο οδν οτε συνέπλασεν ς τ εδος σπερ π τ Χιμαίρ: ο δ στερον Κέρβερον νομα ποίησαν κα κυν τλλα εκάζοντες κεφαλς τρες φασιν χειν ατν, οδέν τι μλλον μήρου κύνα τν νθρώπ σύντροφον ερηκότος ε δράκοντα ντα κάλεσεν ιδου κύνα…»
Δηλαδή : Κάποιοι έλληνες ποιητές έγραψαν ότι σ’αυτό το μέρος, ο Ηρακλής ανέβασε τον σκύλο από τον Άδη, αν και δεν υπάρχει κανένας υπόγειος δρόμος από την σπηλιά και ούτε μπορούμε να πιστέψουμε ότι οι Θεοί χρειάζονταν ένα υπόγειο σπίτι, για να μαζεύουν τις ψυχές. Αλλά ο Εκαταίος ο Μιλήσιος βρήκε μια πιθανή εξήγηση. Λέει ότι στο Ταίναρο ανατράφηκε φοβερό φίδι, που ονομαζόταν σκύλος του Άδη, επειδή όποιον δάγκωνε πέθαινε αμέσως από το δηλητήριο, και λέει ότι ο Ηρακλής έφερε αυτό το φίδι στον Ευρυσθέα. Ο Όμηρος, που πρώτος ονόμασε σκύλο του Άδη αυτό που έφερε ο Ηρακλής, ούτε του έδωσε όνομα ούτε περιέγραψε την μορφή του, όπως της Χίμαιρας. Αργότερα τον ονόμασαν Κέρβερο και παρ’όλο που το παρουσίασαν σαν σκυλί, είπαν πως είχει τρία κεφάλια. Ο Όμηρος δεν τον παρουσίασε να μοιάζει περισσότερο με σκύλο, τον σύντροφο του ανθρώπου, απ’ ότι με φίδι,  που το ονόμασε σκύλο του Άδη.

Εκεί,  στην είσοδο του Άδη, ο ήρωας συναντά τον Μελέαγρο και την γοργόνα Μέδουσα. Βλέποντάς την ο Ηρακλής τραβά το ξίφος του για να την σκοτώσει όμως ο Ερμής τον πληροφόρησε πως ήταν απλώς ο αντικατοπτρισμός της. Φθάνοντας κοντά στις πύλες του Άδη,  συναντά  τον Θησέα και τον Πειρίθου, τους δυό φίλους που επεχείρησαν να κλέψουν την γυναίκα του Πλούτωνα, Περσεφόνη. Αυτήν ήθελε ο Πειρίθους να την κάνει γυναίκα του και σε αυτήν την προσπάθειά του,  τον βοήθησε ο Θησέας. Όμως ο Πλούτων, τους έπιασε και τους τιμώρησε αφού τους έδεσε στον βράχου του κάτω κόσμου.  Οι δυο άνδρες ζήτησαν την βοήθεια του Ηρακλή και εκείνος έπιασε από το χέρι τον Θησέα και τον ανέστησε.  Όταν επεχείρησε όμως να κάνει το ίδιο  για τον Πειρίθου,  άρχισε να τρέμει η γή κάτω από τα πόδια του και έτσι σταμάτησε αυτή του την προσπάθεια ο ήρωας.

«…πλησίον δ τν ιδου πυλν γενόμενος Θησέα ερε κα Πειρίθουν τν Περσεφόνης μνηστευόμενον γάμον κα δι τοτο δεθέντα. θεασάμενοι δ ρακλέα τς χερας ρεγον ς ναστησόμενοι δι τς κείνου βίας. δ Θησέα μν λαβόμενος     τς χειρς γειρε, Πειρίθουν δ ναστσαι βουλόμενος τς γς κινουμένης φκεν…» ( Απολλοδώρου Βιβλιοθήκη, Βιβλίο Β΄κεφ. 5, παραγρ. 12)

Ακόμη απελευθέρωσε τον Ασκάλαφο από τον βράχο που ήταν εγκλωβισμένος,  μετά από την κατάρα της Δήμητρας επειδή είχε εκείνος φανερώσει  στον Πλούτωνα πως η Περσεφόνη είχε φάει από το ρόδι. Ο Ασκάλαφος ήταν δαίμονας της γης, χθόνιος, γιός του Αχέροντα και της Γοργύρας. Όταν ο Ηρακλής τον απελευθέρωσε η Δήμητρα μεταμόρφωσε τον Ασκάλαφο σε πουλί.
Οι ψυχές όμως στον Άδη ζητούσαν αίμα,  γι’ αυτό και ο Ηρακλής πήρε ένα από τα βόδια του Άδη και το θυσίασε ( το ίδιο είχε κάνει και ο Οδυσσέας όταν κατέβηκε στον Άδη θυσιάζοντας ένα κατσίκι). Όμως ο βοσκός των βοδιών αυτών ο Μενοίτης ( τον είχαμε συναντήσει πάλι στα βόδια του Γηρυόνη), προκάλεσε τον Ηρακλή σε πάλη. Τότε ο Ηρακλής τον άρπαξε από την μέση και τον έσφιξε τόσο δυνατά που του έσπασε τα πλευρά. Και θα συνέχιζε το θανατηφόρο σφίξιμο αν δεν επενέβαινε η Περσεφόνη η οποία του ζήτησε να τον αφήσει.
Στην συνέχεια συναντήθηκε με τον Πλούτωνα και του ζήτησε να πάρει τον Κέρβερο να τον πάει στον Ευρυσθέα. Ο Πλούτων τότε του είπε πως αν καταφέρει να τον πιάσει με τα χέρια, χωρίς να χρησιμοποιήσει καθόλου όπλα, τότε μπορούσε να τον πάρει. Πραγματικά ο Ηρακλής βρίσκει τον Κέρβερο στις Πύλες του Άδη και αφού είχε σκεπάσει τον θώρακά του και είχε καλυφθεί ολόκληρος με το τομάρι του λιονταριού, έβαλε τα χέρια του γύρω από το κεφάλι του θηρίου και το έσφιγγε δυνατά χωρίς να το αφήνει παρ’ όλο που ο δράκος απ’ την ουρά του Κέρβερου δάγκωνε τον ήρωα. Τελικά το θηρίο παραδόθηκε και μέσω της διόδου προς τον άνω κόσμο, από την Τροιζήνα ( θα πούμε γι’ αυτό στο ομώνυμο κεφάλαιο περί της Τροιζήνος ), οδήγησε τον Κέρβερο στον Ευρυσθέα,  στην Τίρυνθα.

 Ο Βασιλιάς της Τίρυνθας μόλις είδε το τεράστιο και τρομερό αυτό όν, τρόμαξε τόσο πολύ που είπε στον Ηρακλή να το πάρει αμέσως από μπροστά του. Εκείνος στην συνέχεια επέστρεψε τον Κέρβερο στον Άδη, όπως είχε υποσχεθεί στον Βασιλιά του Κάτω  Κόσμου, τον Πλούτωνα.

1 σχόλιο:

  1. Πολύ καλή η εγγραφή σου..Ως νέα επισκέπτρια της σελίδας σου και αναγνώστρια, εντυπωσιάστηκα!!
    Καλό βράδυ

    ΑπάντησηΔιαγραφή