«Έστ' ήμαρ ότε Φοίβος πάλιν ελεύσεται καί ές αεί έσεται».


Τετάρτη 7 Ιουλίου 2010

ΤΥΔΕΥΣ

Ο Μελέαγρος ήταν ο θείος του Διομήδη, αδερφός του πατέρα του,Τυδέα, από άλλη μητέρα όμως. Τον Τυδέα τον είδαμε όταν πήγε στον Άδραστο να ζητήσει ασυλία επειδή είχε σκοτώσει τους επίβουλους του πατέρα του Οινέως.
Ο Άδραστος όπως είπαμε του έδωσε την κόρη του Ευρυπύλη και είχε λάβει μέρος στην εκστρατεία κατά των Θηβών. Τότε ήταν που οι συμμετέχοντες βασιλείς έστειλαν τον Τυδέα στον Κιθαιρώνα για να διορθώσει το κακό που είχε κάνει με τους φόνους. Διοργάνωσε τότε έναν αγώνα γυμνικό για να δοκιμάσει την αντρεία των Θηβαίων και τους νίκησε όλους. Εδώ λέγεται πως συνέβαλε και η Θεά Αθηνά.

Από την ζήλεια τους οι Θηβαίοι έστειλαν πενήντα νέους και ανδρείους να τον σκοτώσουν με δόλο. Όμως και εδώ ο Τυδεύς βγήκε νικητής. Ανάμεσα σε αυτούς ήταν δύο στρατηγοί ο Μαίονας γιός του Αίμονα, και ο Λυκοφόντης γιός του Αυτοφρόνου. Από την σφαγή που ακολούθησε έναν άφησε ζωντανό ο Τυδεύς. Τον Μαίονα για να πάει στους Θηβαίους και να αναγγείλει το γεγονός. Όμως στην μάχη εκείνη είχε τραυματισθεί και ο ίδιος θανάσιμα. Τότε ήρθε η Θεά Αθηνά και ήθελε να τον κάνει Αθάνατο.
 Όμως ο Αμφιάραος που τον είδε μισοπεθαμένο και την Θεά να θέλει να τον απαθανατίσει, από το μίσος του γι’ αυτόν του έφερε το κεφάλι του Μελάνιππου ο οποίος ήταν εκείνος που τον είχε τραυματίσει λίγο πριν τον σκοτώσει, και σχίζοντας το κρανίο του ρούφηξε το μυαλό ως εκδίκηση. Κατ’ άλλους ο ίδιος ο Τυδεύς ζήτησε να του φέρει ο Αμφιάραος το κεφάλι του Μελάνιππου. Έπειτα παρεκάλεσε την Θεά να τον κάνει αθάνατο τόσο αυτόν όσο και τον γιό του Διομήδη. Όμως η απέχθεια που ένοιωσε η Θεά Αθηνά από το θέαμα αυτό την απέτρεψε από κάθε προσπάθεια προς την κατεύθυνση αυτή!
Έτσι πέθανε ο πατέρας του Διομήδη. Και ο Μαίων που τον είχε αφήσει να ζήση κατά την σφαγή των υπολοίπων, ένοιωσε ευγνωμοσύνη για τον θαρραλέο και γενναίο αυτόν άνδρα και τον έθαψε κοντά στις Προιτίδες Πύλες.