«Έστ' ήμαρ ότε Φοίβος πάλιν ελεύσεται καί ές αεί έσεται».


Πέμπτη 25 Αυγούστου 2016

Τό χάσμα στήν Ἐρμιόνη καί οἱ πηγές τῆς Λέρνης, Ἀλκυονίς, Ἀμυμώνη καί τοῦ Ἀμφιαράου καταβάσεις στόν Ἄδην



Η Παράδοση στην περιοχή της Ερμιόνης, έλεγε πως, το χάσμα αυτό ήταν η πιο γρήγορη κατάβαση για τον Κάτω Κόσμο, στον Άδη. Γιά τόν λόγον αυτόν οι Ερμιονιδείς δεν τοποθετούσαν στους νεκρούς τους τα γνωστά «πορθμεία», δηλαδή τον οβολό που χρειάζονταν οι νεκροί για να «πληρώσουν» τον βαρκάρη που θα τους περνούσε από την Αχερουσία λίμνη, στο βασίλειο του Πλούτωνα. 


Μια άλλη όμως κατάβαση στον Κάτω Κόσμο, στο βασίλειο του Άδου, στην αργολική περιοχή και πάλι, έχουμε στην περιοχή της Λέρνας και συγκεκριμένα μέσω της λίμνης Αλκυονίας. Είναι εδώ όπου ο Διόνυσος κατεβαίνει την απύθμενη λίμνη και ανεβάζει από τα σκοτεινά παλάτια του Άδου, στον πάνω κόσμο, την μητέρα του Σεμέλη: 

«…τν λκυονίαν λίμνην, δι' ς φασιν ργεοι Διόνυσον ς τν ιδην λθεν Σεμέλην νάξοντα, τν δ ταύτ κάθοδον δεξαί ο Πόλυμνον. τ δ λκυονί πέρας το βάθους οκ στιν οδέ τινα οδα νθρωπον ς τ τέρμα ατς οδεμι μηχαν καθικέσθαι δυνηθέντα, που κα Νέρων σταδίων πολλν κάλους ποιησάμενος κα συνάψας λλήλοις, παρτήσας δ κα μόλυβδον π' ατν κα ε δή τι χρήσιμον λλο ς τν περαν, οδ οτος οδένα ξευρεν δυνήθη ρον το βάθους…»( Παυσανίου Κορινθιακά, κεφ. 37, παραγρ. 4-5)


Εδώ ο Παυσανίας αναφέρει το περιστατικό με τον Νέρωνα, ο οποίος θέλησε να μετρήσει το βάθος της λίμνης, αφού όπως φαίνεται δεν θα πίστευε ότι ήταν χωρίς πυθμένα. Παρ’όλη όμως την προσπάθεια ( έδεσε πολλά σκοινιά μαζί τοποθετώντας στην άκρη μόλυβδο ώστε να βυθιστεί η μια άκρη τους), δεν επέτυχε να βρεί πυθμένα. 


Η Λέρνη ήταν φημισμένη, κατά την αρχαιότητα για τα πλούσια νερά της και τις πηγές της, της Αμυμώνης, του Αμφιαράου και φυσικά όπως αναφέραμε την λίμνη Αλκυονία.
 Στον άθλο του Ηρακλέως με την Λερναία Ύδρα αναφέρθηκε ο αποσυμβολισμός του, δηλαδή το αποστραγγιστικό έργο του ημιθέου στην περιοχή. 


Μια περιγραφή κατάβασης στον Κάτω Κόσμο, όπως μας πληροφορεί ο περιγητής Παυσανίας, που αφορά την περιοχή της Λέρνης, έχουμε κοντά στον Ερασίνο ποταμό και συγκεκριμένα στο μέρος όπου υπάρχει κάποιος ποταμός Χείμαρρος : «ναστρέψας δ ς τν εθεαν τόν τε ρασνον διαβήσ κα π τν Χείμαῤῥον ποταμν φίξ. πλησίον δ ατο περίβολός στι λίθων, κα τν Πλούτωνα ρπάσαντα ς λέγεται Κόρην τν Δήμητρος καταβναι ταύτ φασν ς τν πόγεων νομιζομένην ρχήν. δ Λέρνα στίν, ς κα τ πρότερα χει μοι το λόγου, πρς θαλάσσ, κα τελετν Λερναί γουσιν νταθα Δήμητρι.»( Κορινθιακά, κεφ. 36,παραγρ.7)


Από εδώ λοιπόν, λένε οι πληροφορίες του Παυσανία, κατέβασε ο Πλούτων την κόρη της Δήμητρας στο Βασίλειό του. Στην μνήμη αυτής τελούν τα Μυστήρια των Λερναίων. Τα Λέρναια όπως γνωρίζουμε ήταν τελετές που γίνονταν προς τιμή της Πρόσυμνας Δήμητρας αλλά και του Διονύσου ( και στις δυο περιπτώσεις έχουμε κατάβαση στον Κάτω Κόσμο), και μέσω αυτών ζητούσαν την εύνοια των θεοτήτων για καλή εφορία τόσο των καρπών όσο και των κοπαδιών. Είναι η αλληγορική σημασία που αναφαίνεται από τον μύθο της Περσεφόνης και αφορά την χειμωνιάτικη περίοδο της «νάρκης» της γαίας και την επάνοδο στην αναγέννησή της κατά την περίοδο της Ανοίξεως και την ευφορία του θέρους.

Η πηγή της Αμυμώνης βρισκόταν στους πρόποδες του όρους Ποντίνου, και σ΄έναν πλάτανο που είχε φυτρώσει εκεί, γεννήθηκε και μεγάλωσε η Ύδρα.


 Η πηγή που αναφέρεται στον Αμφιάραο, τον εγγονό του Μελάμποδος και συμβασιλέως με τον Αργείο Άδραστο στο Άργος ( έχουμε αναφέρει σχετικά στο ομότιτλο κεφάλαιο) έχει επίσης σύνδεση με τον Κάτω Κόσμο. Η παράδοση λοιπόν λέει ότι κατά την διάρκεια της καταδίωξής του από τον Θηβαίο Περικλύμενο ( μετά την ήττα των βασιλέων κατά της Θήβας: «Επτά επί Θήβας»), ο Ζεύς για να γλυτώσει τον ευσεβή Αμφιάραο από ατιμωτικό θάνατο –είχε κληρονομήσει την θεραπευτική μαντική τέχνη από τον παππού του Μελάμποδα και είχε τα μάλα βοηθήσει ,ευεργετήσει μέσω αυτής, τους ανθρώπους- άνοιξε χάσμα στην γη όπου έπεσε μέσα ο Αμφιάραος μαζί με το άρμα του. 


«λέγεται δ μφιαρά φεύγοντι κ Θηβν διαστναι τν γν κα ς ατν μο κα τ ρμα πεδέξατο( Αττικά Παυσανίου κεφ. 34 παραγρ. 2 ) και στα  Κορινθιακά κεφ.23,παραγρ.2 , όπου ο περιηγητής Παυσανίας μας πληροφορεί πως μαζί με τον Αμφιάραο στο χάσμα έπεσε και ο Βάτων που ήταν ο ηνίοχος του Αμφιαράου και ο οποίος ανήκε στην ίδια γενιά μ’αυτήν του Αμφιαράου, των Μελαμποδιδών : 
«ν δ Βάτων γένους μφιαρά το ατο τν Μελαμποδιδν κα ς μάχην ξιόντι νιόχει τος ππους: γενομένης δ τς τροπς π το Θηβαίων τείχους χάσμα γς μφιάραον κα τ ρμα ποδεξάμενον φάνισεν μο κα τοτον τν Βάτωνα.»


Επίσης ένα άξιο αναφοράς σημείο σχετικό με την λίμνη Αλκυονίδα είναι αυτό όπου, όπως έλεγαν οι κάτοικοι της περιοχής, δια χειρός Παυσανίου καταγεγραμμένο, πώς ενώ τα νερά της λίμνης φαίνονται ήρεμα και γαλήνια, στην επιφάνειά της, εν τούτοις όποιος προσπαθήσει να διασχύσει την λίμνη κολυμπώντας, τον ρουφούν στα βάθη της. 

Διαβάζουμε σχετικά στα Κορινθιακά κεφ. 37, παραγρ. 6 : «…κα τόδε κουσα λλο: τ δωρ τς λίμνης ς δόντα εκάσαι γαληνόν στι κα ρεμαον, παρεχόμενον δ ψιν τοιαύτην διανήχεσθαι τολμήσαντα πάντα τιν καθέλκειν πέφυκε κα ς βυθν πολαβν πήνεγκε…»


Τέλος σε απόσταση περί τα 400μ. από την ακτή της Λέρνης, μέσα στην θάλασσα αναβλύζει πηγή, η λεγόνη «Δεινή» ή «Ανάβαλος», όπου κατά την παράδοση λέγεται ότι οι Αργείοι έκαναν προσφορές στον Ποσειδώνα με άλογα τα οποία στόλιζαν και έριχναν μέσα στην θάλασσα, τα οποία ο Ποσειδώνας μετά τα άφηνε να επιστρέψουν στην ακτή.

Σάββατο 13 Αυγούστου 2016

Ὁ Ναός τὴς Δήμητρος Χθονίας στήν Ἐρμιόνη




 
Ο γιός της Ερμιόνης και του Ορέστη, Τισαμενός έγινε βασιλιάς της Τροιζήνας αλλά και της Σπάρτης, όμως οι Ηρακλείδες τον έδιωξαν και έτσι βρέθηκε στην Αχαΐα όπου και τελικώς πέθανε. Οι Αχαιοί τον έθαψαν στην Ελίκη αλλά μετά από χρόνια τα οστά του μεταφέρθηκαν στην Σπάρτη, μετά από χρησμό και του έφτιαξαν και σπουδαίο μνημείο. Γέννησε πέντε γιούς  τους  Κομήτη, Δαϊμένη, Σπάρτωνα Σέλλη και Λεοντομένη. Από αυτούς ο Κομήτης έφτιαξε αποικία στην Ασία και οι υπόλοιποι έμειναν βασιλείς στην Αχαΐα αλλά δυστυχώς ουδέν ιδιαίτερο κατόρθωσαν αυτοί και έτσι αγνοούνται οι απόγονοί τους.

Ερμιόνη όμως ονομαζόταν τόσο η Δήμητρα όσο και η Περσεφόνη ( όπως διαβάζουμε στο Νεώτερο Εγκυκλοπαιδικό Λεξικό του «Ηλίου» του Ιωάννου Πασσά, στο λήμμα Ερμιόνη, τόμος Θ’ σελ. 430 ) :

« Υπό το όνομα Ερμιόνη ωνομάζοντο, η Δήμητρα και η Περσεφόνη, κατ’ αρχάς μεν εις την ομώνυμον πόλιν της Αργολίδος την Ερμιόνην, όπου υπήρχε και ναός των, εξ’ αυτής δε ύστερον μετεφέρθη η επωνυμία δια των αποίκων εις τας Συρακούσας. Εις την Μακεδονίαν υπήρχε Μαντείον των δύο Θεαινών υπό το όνομα Ερμιόνη, όπου μεταβαίνοντες οι ασθενείς και κοιμώμενοι εκεί εμάνθανον δια των ονείρων τα θεραπευτικά μέσα της ασθενείας των.»

Αξίζει να δούμε τις αναφορές του Παυσανία σχετικά με τον  Ναό της Δήμητρας Χθονίας, στην Ερμιονίδα, όπου πολλά ενδιαφέροντα φαίνεται να διαδραματίζονται εθιμικά από τους Ερμιονείς προς τιμήν των Θεών αυτών.

«… τ δ λόγου μάλιστα ξιον ερν Δήμητρός στιν π το Πρωνός. τοτο τ ερν ρμιονες μν Κλύμενον Φορωνέως παδα κα δελφν Κλυμένου Χθονίαν τος δρυσαμένους φασν εναι. ργεοι δέ, τε ς τν ργολίδα λθε Δημήτηρ, τότε θέραν μν λέγουσι κα Μύσιον ς ξενίαν παράσχοιεν τ θε, Κολόνταν δ οτε οκ δέξασθαι τν θεν οτε πονεμαί τι λλο ς τιμήν: τατα δ ο κατ γνώμην Χθονί τ θυγατρ ποιεν ατόν. Κολόνταν μν ον φασιν ντ τούτων συγκαταπρησθναι τ οκί,Χθονίαν δ κομισθεσαν ς ρμιόνα π Δήμητρος ρμιονεσι ποισαι τ ερόν. [5] Χθονία δ' ον θεός τε ατ καλεται κα Χθόνια ορτν κατ τος γουσιν ρ θέρους, γουσι δ οτως. γονται μν ατος τς πομπς ο τε ερες τν θεν κα σοι τς πετείους ρχς χουσιν, πονται δ κα γυνακες κα νδρες. τος δ κα παισν τι οσι καθέστηκεν δη τν θεν τιμν τ πομπ: οτοι λευκν σθτα κα π τας κεφαλας χουσι στεφάνους. πλέκονται δ ο στέφανοί σφισιν κ το νθους καλοσιν ο ταύτ κοσμοσάνδαλον, άκινθον μο δοκεν ντα κα μεγέθει κα χρό: πεστι δέ ο κα τ π τ θρήν γράμματα. [6] τος δ τν πομπν πέμπουσιν πονται τελείαν ξ γέλης βον γοντες διειλημμένην δεσμος τε κα βρίζουσαν τι π γριότητος. λάσαντες δ πρς τν ναν ο μν σω φέρεσθαι τν βον ς τ ερν νκαν κ τν δεσμν, τεροι δ ναπεπταμένας χοντες τέως τς θύρας, πειδν τν βον δωσιν ντς το ναο, προσέθεσαν τς θύρας. [7] τέσσαρες δ νδον πολειπόμεναι γρες, αται τν βον εσιν α κατεργαζόμεναι: δρεπάν γρ τις ν τύχ τν φάρυγγα πέτεμε τς βοός. μετ δ α θύραι τε νοίχθησαν κα προσελαύνουσιν ος πιτέτακται βον [δ] δευτέραν κα τρίτην π ταύτ κα λλην τετάρτην. κατεργάζονταί τε δ πάσας κατ τατ α γρες κα τόδε λλο πρόσκειται τ θυσί θαμα: φ' ντινα γρ ν πέσ τν πλευρν πρώτη βος, νάγκη πεσεν κα πάσας. [8] θυσία μν δρται τος ρμιονεσι τν ερημένον τρόπον: πρ δ το ναο γυναικν ερασαμένων τ Δήμητρι εκόνες στήκασιν ο πολλαί, κα παρελθόντι σω θρόνοι τέ εσιν, φ' ν α γρες ναμένουσιν σελαθναι καθ' κάστην τν βον, κα γάλματα οκ γαν ρχαα θην κα Δημήτηρ. ατ δ σέβουσιν π πλέον τλλα, γ μν οκ εδον, ο μν οδ νρ λλος οτε ξένος οτε ρμιονέων ατν: μόναι δ ποόν τί στιν α γρες στωσαν…» ( Παυσανία «Κορινθιακά» κεφ. 35, παραγρ. 4-8 ) .

Δηλαδή : «Το πιο αξιόλογο είναι το ιερό της Δήμητρας,πάνω στον Πρώνα, μας λέει ο Παυσανίας και στην συνέχεια μας εξηγεί το γιατί, αλλά περιγράφει και την γιορτή προς τιμή της Θεάς.

«Οι Ερμιονείς, λένε, ότι αυτό το ιερό το ίδρυσαν ο Κλύμενος, ο γιός του Φορωνέα, και η αδερφή του, η Χθονία. Οι Αργείοι πάλι λένε πως, όταν η Δήμητρα έφτασε στην Αργολίδα, την φιλοξένησαν ο Αθέρας και ο Μύσιος, ενώ ο Κολόντας ούτε την δέχτηκε σπίτι του ούτε την τίμησε με άλλο τρόπο, παρά τις αντιρρήσεις της κόρης του Χθονίας. Λένε λοιπόν πως ο Κολόντας εξαιτίας αυτών κάηκε μαζί με το σπίτι του. Τότε η Χθονία, που η Δήμητρα την έφερε στην Ερμιόνη, έχτισε για τους Ερμιονείς το Ιερό.

«Η Θεά λοιπόν αυτή καλείται Χθονία και κάθε χρόνο, το καλοκαίρι,διεξάγουν την γιορτή Χθονία με τον εξής τρόπο. Μπροστά από την πομπή προχωρούν οι Ιερείς των Θεών και οι άρχοντες της συγκεκριμένης χρονιάς. Ακολουθούν γυναίκες και άνδρες, αλλά ακόμη και τα παιδιά συνηθίζουν να τιμούν την Θεά κατά την πομπή. Είναι ντυμένα με άσπρη εσθήτα και έχουν στο κεφάλι στεφάνια, που είναι πλεγμένα από το λουλούδι που το ονομάζουν κοσμοσάνδαλο, που από το μέγεθος και το χρώμα μου φαίνεται πως είναι ο υάκινθος και πάνω τους έχουν τα γράμματα του θρήνου.

«Στο τέλος της πορείας ακολουθούν άνδρες που σέρνουν από την αγέλη μια πολύ δυνατή αγελάδα, αδάμαστη και άγρια ακόμη. Όταν την φέρνουν στον Ναό, άλλοι την λύνουν για να μπει στο Ιερό κι’  άλλοι, που πριν κρατούσαν ανοιχτές τις πόρτες, μόλις δουν την αγελάδα να μπαίνει στον Ναό, τις κλείνουν.

«Τέσσερις γριές που βρίσκονται μέσα σφάζουν την αγελάδα . Όποια τύχει κόβει με δρεπάνι τον λαιμό της αγελάδας. Έπειτα ανοίγουν ις πόρτες και οι άνδρες που έχουν οριστεί φέρνουν δεύτερη αγελάδα, ύστερα Τρίτη και μετά τέταρτη. Οι γριές τις σφάζουν όλες με τον ίδιο τρόπο. Υπάρχει μάλιστα και τούτο το αξιοπερίεργο: σ’ όποια πλευρά πέσει η πρώτη αγελάδα είναι ανάγκη να πέσουν όλες.

«Μ’  αυτόν τον τρόπο, λοιπόν, προσφέρουν θυσία οι Ερμιονείς. Μπροστά στον Ναό υπάρχουν λίγες εικόνες γυναικών που ήταν ιέρειες της Δήμητρας και μέσα υπάρχουν θρόνοι, στους οποίους κάθονται οι γριές που περιμένουν να μπει η αγελάδα. Υπάρχουν και αγάλματα όχι πολύ παλιά, της Αθηνάς και της Δήμητρας. Δεν μπόρεσα όμως να δω – ούτε εγώ ούτε κανένας άλλος άνδρας, ξένος ή από τους Ερμινείς- αυτό που λατρεύουν περισσότερο από τ’  άλλα, μόνο οι γριές ξέρουν πώς είναι. »

Και στην συνέχεια μας περιγράφει τον άλλο ναό αλλά και για την περιβόητη «στοά- κάθοδο στην Άδη» που βρίσκεται στον Ναό της Χθονίας.

«… στι δ κα λλος ναός: εκόνες δ περ πάντα στήκασιν ατόν. οτος ναός στιν παντικρ το τς Χθονίας, καλεται δ Κλυμένου, κα τ Κλυμέν θύουσιν νταθα. Κλύμενον δ οκ νδρα ργεον λθεν γωγε ς ρμιόνα γομαι, το θεο δέ στιν πίκλησις, ντινα χει λόγος βασιλέα π γν εναι. παρ μν δ τοτόν στιν λλος νας κα γαλμα ρεως, το δ τς Χθονίας στν ερο στο κατ τν δεξιάν, χος π τν πιχωρίων καλουμένη: φθεγξαμέν δ νδρ τ λίγιστα ς τρς ντιβοσαι πέφυκεν. πισθεν δ το ναο τς Χθονίας χωρία στν καλοσιν ρμιονες τ μν Κλυμένου, τ δ Πλούτωνος, τ τρίτον δ ατν λίμνην χερουσίαν. περιείργεται μν δ πάντα θριγκος λίθων, ν δ τ το Κλυμένου κα γς χάσμα: δι τούτου δ ρακλς νγε το ιδου τν κύνα κατ τ λεγόμενα π ρμιονέων…» ( Παυσανία «Κορινθιακά» κεφ. 35, παραγρ. 9-10 ) .

Δηλαδή : Υπάρχει και άλλος ναός που έχει ολόγυρά του εικόνες. Αυτός ο ναός βρίσκεται απέναντι από της Χθονίας, ονομάζεται του Κλυμένου και εδώ προσφέρουν θυσίες στον Κλύμενο. Δεν νομίζω ότι ο Κλύμενος ήταν κάποιος θνητός Αργείος, που ήρθε στην Ερμιόνη, αλλά είναι επωνυμία του Θεού, ο οποίος είναι βασιλιάς του κάτω κόσμου. ( Σ.Σ. Κλύμενος ονομαζόταν και κάποιος που από την Κυδωνία της Κρήτης, πήγε στην περιοχή της Ήλιδας και έχτισε έναν ναό προς τιμήν της Αθηνάς, σε κάποιον λόφο όπου παλιά βρισκόταν η πόλις Φρίξα. Μάλιστα χρησιμοποιήθηκε αργότερα και ως επίθετο της Θεάς Αθηνάς, το όνομα του Κλυμένου. ) Δίπλα σ’ αυτόν υπάρχει άλλος ναός και άγαλμα του Άρη. Στα δεξιά του ιερού της Χθονίας, υπάρχει στοά, που οι ντόπιοι την λένε της Ηχώς. Μόλις μιλήσει κάποιος ακούει το λιγότερο τρείς φορές τον αντίλαλο. Πίσω από τον Ναό της Χθονίας υπάρχουν τόποι που οι Ερμιονείς τους ονομάζουν, τον έναν του Κλύμενου, τον άλλο του Πλούτωνα και τον τρίτο της Αχερουσίας λίμνης. Όλοι περιβάλλονται από πέτρινους φράκτες. Στον τόπο του Κλυμένου υπάρχει ένα χάσμα στην γη, από όπου κατά τα λεγόμενα των Ερμιονέων ο Ηρακλής έβγαλε τον σκύλο ( Κέρβερο) από τον Άδη.»


Σημείωσις : Ὁ Ναός τῶν Ταξιαρχῶν στήν Ἐρμιόνη,χτισμένος τόν 17ο αἰ. εἶναι οἰκοδομημένος πάνω στόν ἀρχαῖο Ναό τῆς Δήμητρος Χθονίας. (ὅπως,δυστυχῶς καί ὁλόκληρη ἡ σημερινή πόλη τῆς Ἐρμιόνης ἡ ὁποῖα κρύβει κάτω ἀπό τά σύγχρονα σπίτια της τήν ἀρχαῖα ἱστορία της...)