«Έστ' ήμαρ ότε Φοίβος πάλιν ελεύσεται καί ές αεί έσεται».


Δευτέρα 29 Απριλίου 2013

ΠΙΤΘΕΥΣ και ΤΡΟΙΖΗΝ




Διαβάζουμε στην Ωγυγία του Αθανάσιου Σταγειρίτη Περί του Ταντάλου και των απογόνων αυτού, κεφάλαιο Γ’ : « Ο μεν Πιτθεύς και Τροιζήν ήλθον εις την Τροιζήνα, ότε εβασίλευεν εκεί ο Αέτιος. Πρώτος δε βασιλεύς της χώρας ταύτης αναφέρεται τις Ώρος καλούμενος αιγύπτιος νομιζόμενος επειδή το όνομα είναι τοιούτον. Ούτος ούν ωνόμασε τότε την χώραν εκείνην Ωραία αφ’ εαυτού. »

Να δούμε λίγο την συνέχεια της γενιάς του Ώρου ο οποίος γέννησε μια κόρη την Ληΐδα η οποία με τον Θεό Ποσειδώνα γέννησε τον Άλθηπο που ήταν ο κληρονόμος της βασιλείας του Ώρου και άλλαξε το όνομα της περιοχής σε Αλθηπία.
 Στα χρόνια του Άλθηπου ήταν που ο Ποσειδών ήρθε σε διαμάχη με την Αθηνά για την χώρα και με την παρέμβαση του Διός αποφασίστηκε να τιμούνται στην περιοχή και οι δυο Θεοί. Από αυτό οι κάτοικοι ονόμασαν την Αθηνά Πολιάδα και Σθενιάδα και τον Ποσειδώνα Βασιλέα. Μάλιστα στα νομίσματά τους είχαν χαραγμένα στην μια όψη την τρίαινα και στην άλλη την Αθηνά.

Μετά τον Άλθηπο βασίλεψε ο Σάρων για τον οποίο διαβάζουμε στον Παυσανία και συγκεκριμένα στο βιβλίο Κορινθιακά κεφάλαιο 30, παράγραφος 7:

«μετ δ λθηπον Σάρων βασίλευσεν. λεγον δ τι οτος τ Σαρωνίδι τ ερν ρτέμιδι κοδόμησεν π θαλάσσ τελματώδει κα πιπολς μλλον, στε κα Φοιβαία λίμνη δι τοτο καλετο. Σάρωνα δ--θηρεύειν γρ δ μάλιστα ρητο--κατέλαβεν λαφον διώκοντα ς θάλασσαν συνεσπεσεν φευγούσ: κα τε λαφος νήχετο πωτέρω τς γς κα Σάρων εχετο τς γρας, ς π προθυμίας φίκετο ς τ πέλαγος: δη δ κάμνοντα ατν κα π τν κυμάτων κατακλυζόμενον πέλαβε τ χρεών. κπεσόντα δ τν νεκρν κατ τν: Φοιβαίαν λίμνην ς τ λσος τς ρτέμιδος ντς το ερο περιβόλου θάπτουσι, κα λίμνην π τούτου Σαρωνίδα τν ταύτ θάλασσαν καλοσιν ντ Φοιβαίας».

Δηλαδή: μετά τον Άλθηπο βασίλεψε ο Σάρων και έκτισε το Ιερό της Αρτέμιδας κοντά στην θάλασσα όπου βρισκόταν μια λίμνη βαλτώδης που ονομαζόταν Φοιβαία. Ο Σάρων λοιπόν ήταν έμπειρος κυνηγός και μια μέρα καθώς κυνηγούσε ένα ελάφι έπεσε στην θάλασσα και πνίγηκε, αφού το ακολούθησε μέσα στην θάλασσα όπου εκείνο φοβισμένο από το κυνήγι είχε πέσει. Έτσι ο Σάρων ετάφη κοντά στην λίμνη Φοιβαία, η οποία πήρε το όνομά του και από τότε καλείτε Σαρωνία όπως και η θάλασσα.
Μετά τον Σάρωνα και μέχρι τον Υπέρητο και τον Άνθα, αγνοούνται οι ενδιάμεσα βασιλείς. Οι Υπέρητος και Άνθας ήταν παιδιά του Ποσειδώνα και της Αλκυόνης της κόρης του Άτλαντα. Όπως μας πληροφορεί ο Παυσανίας αυτοί οι δύο έχτισαν και τις ομώνυμες πόλεις Υπερεία και Άνθεια: «κα πόλεις ατος ν τ χώρ φασν πέρειάν τε κα νθειαν οκίσαι»(Παυσανίας Κορινθιακά κεφ.30,παραγρ. 8).

Από αυτά τα δυο αδέρφια που μαζί βασίλεψαν στην περιοχή, ο μεν Υπέρης πέθανε άτεκνος ο δε Άνθας έκανε έναν γιό τον Αέτιο που έμεινε και κληρονόμος των δυο πόλεων και ονόμασε την περιοχή Ποσειδωνιάδα. Στις ημέρες αυτού λοιπόν ήταν που έφθασαν εκεί οι γιοί του Πέλοπα, Πιτθέας και Τροιζήν.
 Ο Αέτιος λοιπόν όταν αυτοί ήρθαν στον τόπο του, τους δέχθηκε πολύ καλά και μάλιστα λέγεται πως μοίρασε και το βασίλειό του ώστε πλέον έχουμε την τριμερή βασιλεία της περιοχής: «Τροίζηνος δ κα Πιτθέως παρ έτιον λθόντων βασιλες μν τρες ντ νς γένοντο».(Παυσανίας Κορινθιακά κεφ.30,παραγρ. 8).
Τώρα εδώ μάλλον πρέπει να γίνει μια παρένθεση ώστε να δούμε για ποιόν λόγο έτσι εύκολα, όχι μόνο έγιναν αποδεκτοί, αλλά τους εδόθη και μέρος του βασιλείου. Αν και δεν υπάρχουν αναφορές επ’ αυτού το μόνο που μπορεί να υποθέσει κανείς είναι απλά διότι ήσαν γιοί του Πέλοπα και ως τέτοιοι, αντιμετωπίζονταν με μεγάλο σεβασμό και δέος, λόγω της τεράστιας δύναμης την οποία είχε ο πατέρας τους, αφού ήταν τω όντι ένας πανίσχυρος βασιλιάς στην Πελοπόννησο. Άλλωστε δεν είναι τυχαίο πως εξ’ αυτού έχει πάρει και την έως σήμερα επικρατούσα ονομασία της το κομμάτι αυτό της Νοτίου Ελλάδος. Έτσι φαντάζομαι σκεπτόμενος ο Αέτιος, και μη θέλοντας να μπει στην διαδικασία μιας άνισης αναμέτρησης έδωσε «γη και ύδωρ» στα δυο αδέρφια!
Αφού λοιπόν ο Πιτθεύς και ο Τροιζήν κατείχαν τα δυο τρίτα της περιοχής είναι λογικό να έχουν και την μεγαλύτερη δύναμη. Μάλιστα για τον Πιτθέα λέγεται πως ήταν σοφός και χρησμολόγος και « ιερός νομιζόμενος», όπως χαρακτηριστικά αναφέρει και ο Σταγειρίτης, και συνεχίζοντας επισημαίνει : «ώστε έλαβε και ο Ησίοδος πολλά γνωμικά αυτού, ως και το, «Μισθός δ’ ανδρί φίλω ειρημένος άρκιος έστω»(Ησιόδου Έργα και Ημέρες, στιχ. 370),( Ωγυγία Αθ. Σταγειρίτου, Περί του Ταντάλου και των απογόνων αυτού, κεφάλαιο Γ’).
Ακόμη διαβάζουμε στον Σταγειρίτη πως ο Πιτθεύς δίδασκε και την ρητορική τέχνη για την οποία μας πληροφορεί πως υπάρχει και σύγγραμμα του Πιτθέα το οποίο εξέδωσε μετά κάποιος Επιδαύριος όπως αναφέρει ο Παυσανίας ο οποίος το είδε καθώς λέει: «νταθα Πιτθέα διδάξαι λόγων τέχνην φασί, καί τι βιβλίον Πιτθέως δ σύγγραμμα π νδρς κδοθν πιδαυρίου κα ατς πελεξάμην»(Παυσανίας Κορινθιακά, κεφ.31, παραγρ. 3).
 

Κυριακή 7 Απριλίου 2013

ΚΟΠΡΕΑΣ





Ο Κοπρέας  επειδή είχε διαπράξει φόνο στην Ήλιδα, ήρθε στην Τίρυνθα και έγινε Κήρυκας του βασιλιά Ευρυσθέα, τον οποίο είχε και ανιψιό από την αδερφή του Νικίππη που είχε παντρευτεί τον γιό του Περσέα, Σθένελο. Όμως όταν οι Ηρακλείδες πήγαν στους Αθηναίους για να ζητήσουν την βοήθειά τους προς εκδίκηση του Ευρυσθέα, ο βασιλιάς της Τίρυνθας βασιζόμενος στην μεγάλη δύναμη που είχε, απειλούσε όποιον θα τολμούσε να βοηθήσει τους γιούς του Ηρακλή. Έτσι και προς τους Αθηναίους έστειλε τον θείο του Κοπρέα, να φέρει το μήνυμα- απειλή του Ευρυσθέα. Αλλά οι Αθηναίοι που δεν φοβούνταν τον Τιρύνθιο βασιλιά και  υπερασπιζόμενοι μονάχα το δίκαιο το οποίο έβλεπαν στο μέρος των Ηρακλειδών, σκότωσαν τον κήρυκα Κοπρέα. Αυτό ήταν το τέλος του γιού του Πέλοπα ο οποίος όμως ήδη είχε έναν γιό τον Περιφήτη για τον οποίο ο Όμηρος λέει πως ήταν τέκνο καλό κακού πατρός.
Τέλος για τους άλλους δυό γιούς του Πέλοπα το μόνο που αναφέρεται είναι για τον Ιππάλκιμο ή Ίππαλμο, τον οποίο αναφέρουν ως έναν εκ των Αργοναυτών. Αλλά για τις κόρες του Πέλοπα,  Λυσιδίκη, Νικίππη και Αμφίβια έχει ενδιαφέρον να δούμε ποια ήταν η τύχη τους.
Η Λυσιδίκη παντρεύεται τον Μήστωρα τον γιό του Περσέα και της Ανδρομέδας και έκαναν μια κόρη την Ιπποθόη. Αυτήν άρπαξε ο Ποσειδώνας και την πήγε στις Εχινάδες νήσους όπου γέννησε τον Τάφιο που πήγε στην Κεφαλληνιά και έκτισε την  πόλη Ταφιούσα. Αυτός ο Τάφιος γέννησε τον Πτερέλαο που ο Ποσειδών έκανε αθάνατο βάζοντας μια χρυσή τρίχα στα μαλλιά της κεφαλής του. Η κόρη αυτού η Κομαιθώ που είχε αγαπήσει τον Αμφιτρύωνα όταν ήρθε κατά των Ταφίων, αφαίρεσε την χρυσή τρίχα από το κεφάλι του και έτσι πέθανε! Αλλά λεπτομέρειες επ’ αυτού είδαμε στο κεφάλαιο Περί Μηκυνών.
Η Νικίππη παντρεύτηκε τον άλλο γιό του Περσέα και αδερφό του Μήστωρα, τον Σθένελο. Από τον γάμο αυτό γεννιούνται η Αλκινόη, η Μέδουσα και ο Ευρυσθέας που γίνεται βασιλιάς της Τίρυνθας. Αλλά ως μητέρα του Ευρυσθέα αναφέρεται και η άλλη αδερφή, κόρη του Πέλοπα, η Αμφίβια. Είναι λοιπόν πιθανό να πρόκειται για το ίδιο πρόσωπο στο οποίο προσδίδονται και τα δυο ονόματα.
Και τέλος ερχόμαστε στα δυο αδέρφια, τον Πιτθέα και Τροιζήνα που φέρονται και ως οι ιδρυτές της αρχαίας πόλης της Τροιζήνας, γεννέτηρας του Θησέως .

Τρίτη 12 Φεβρουαρίου 2013

ΤΡΟΙΖΗΝΙΑ



Όπως έχουμε ήδη αναφέρει στο κεφάλαιο περί Μυκηνών και του οίκου των Ατρειδών ο οποίος αίρει την καταγωγή του εκ του Ταντάλου, ο γιός του Πέλοπας,  με την Ιπποδάμεια του Οινομάου, γεννά δώδεκα παιδιά και μεταξύ αυτών  τους Πιτθέα και Τροιζήνα. 

Πέλοπας και Ιπποδάμεια
 Τα παιδιά του Πέλοπα διασκορπίστηκαν σε διάφορα μέρη και επειδή έγιναν ηγεμόνες εκεί όπου πήγαν, έκαναν τόσο μεγάλη την δύναμη του οίκου του πατέρα τους ώστε ο Πίνδαρος τους ονομάζει Λαγέτες (ηγεμόνες λαών). Αυτά λοιπόν τα παιδιά ήσαν  οι:  Ατρέας, Θυέστης, Χρύσιππος, Κοπρέας, Πιτθέας, Πλεισθένης, Τροιζήνας, Αλκάθους, Ιππάλκιμος ή Ίππαλμος και τρείς κόρες η Λυσιδίκη, η Νικίππη και η Αμφίβια.
Έτσι , ο Ατρεύς και ο Θυέστης πηγαίνουν μετά τον φόνο του ετεροθαλούς αδερφού τους Χρυσίππου με την συνεργία της μητέρας τους, στις Μυκήνες, εκεί λοιπόν από τον Ατρέα δημιουργείτε ο οίκος των Ατρειδών.
Ο Αλκάθους πηγαίνει στα Μέγαρα όπου ο βασιλιάς της πόλης είχε υποσχεθεί πως εκείνος που θα σκότωνε τον Κιθαιρώνιο Λέοντα, ο οποίος είχε σκοτώσει τον γιό του Εύιππο,  θα έπαιρνε για γυναίκα  την κόρη του Ευαίχμη αλλά και το βασίλειο των Μεγάρων. Αυτό το κατόρθωμα πέτυχε ο Αλκάθους του Πέλοπα και για τον λόγο αυτό έκτισε ναό προς τιμή του Απόλλωνος Αγραίου και της Αρτέμιδος Αγροτέρας.  Ο Μεγαρεύς όμως, αμφισβήτησε τον άθλο του Αλκάθου, αλλά αυτός, που εν τω μεταξύ είχε κρύψει την γλώσσα του λέοντος σε έναν σάκο, την έφερε ως απόδειξη  και έτσι έγινε βασιλιάς των Μεγάρων και έκανε σύζυγό του την κόρη του Μεγαρέα Ευαίχμη.   
Μάλιστα λέγεται πως όταν έκτιζε τα τείχη των Μεγάρων ο Απόλλων βρέθηκε εκεί και βοήθησε και εκείνος στο κτίσιμο τους. Απόδειξη αυτού ήταν μια πέτρα στα Μέγαρα όπου ο Απόλλων ακουμπούσε την λύρα του όταν εργαζόταν, με αποτέλεσμα η πέτρα να πάρει τους ήχους του οργάνου και μετά όποιος την ψηλαφούσε έβγαζε ήχους μουσικούς. Αυτό μαρτυρεί και ο Παυσανίας:
« στι δ κα λλη Μεγαρεσιν κρόπολις π λκάθου τ νομα χουσα· ς ταύτην τν κρόπολιν νιοσίν στιν ν δεξι Μεγαρέως μνμα, ς κατ τν πιστρατείαν τν Κρητν ξύμμαχός σφισιν λθεν ξ γχηστο. δείκνυται δ κα στία θεν Προδομέων καλουμένων· θσαι δέ σφισιν λκάθουν λέγουσι πρτον, τε τς οκοδομίας το τείχους μελλεν ρχεσθαι. [2] τς δ στίας γγς ταύτης στ λίθος, φ ο καταθεναι λέγουσιν πόλλωνα τν κιθάραν λκάθ τ τεχος συνεργαζόμενον. δηλο τέ μοι κα τόδε ς συνετέλουν ς θηναίους Μεγαρες· φαίνεται γρ τν θυγατέρα λκάθους Περίβοιαν μα Θησε πέμψαι κατ τν δασμν ς Κρήτην. τότε δ ατ τειχίζοντι, ς φασιν ο Μεγαρες, συνεργάζεταί τε πόλλων κα τν κιθάραν κατέθηκεν π τν λίθον· ν δ τύχ βαλών τις ψηφδι, κατ τατ οτός τε χησε κα κιθάρα κρουσθεσα.» ( Παυσανίας Αττικά κεφάλαιο 32, παραγρ. 1-2)
«Ο Αλκάθους γέννησε την Ιφιόνη η οποία πέθανε παρθένος και στην οποία οι μελλόνυμφες Μεγαρίδες αφιέρωναν μέρος από τα μαλλιά τους, την Αυτομέδουσα  που παντρεύτηκε τον Ιφικλή και γέννησε τον Ιόλαο, την Περίβοια που παντρεύτηκε τον Τελαμώνα και  γέννησε τον Αίαντα ( διάδοχο του Αλκάθου στον θρόνο), τον Καλλιπόλιδα και τον Ισχεπόλιδα. Όταν ο τελευταίος σκοτώθηκε στο κυνήγι του Καλυδωνίου Κάπρου, ο Αλκάθους έκανε θυσία στον Απόλλωνα. Ο Καλλίπολις που έμαθε πρώτος το θλιβερό νέο, έτρεξε στον βωμό όπου ο πατέρας του είχε ανάψει τους δαυλούς για να τιμήσει τον Θεό και τους πέταξε σε ένδειξη πένθους. Αλλά όμως ο  πατέρας του μην ξέροντας τι είχε συμβεί, σκότωσε τον γιό του για την ασέβειά του. Για την παιδοκτονία αυτή τον εξάγνισε ο μάντης Πολύιδος.» ( Λεξικό του Αρχαίου Κόσμου του Γιάννη Λάμψα, σελ. 306)